Η γεωργία αποτελούσε μέχρι και σήμερα τον κυριότερο κλάδο της οικονομίας μας.Οι βασικές ανάγκες διατροφής που κάλυπταν τα προϊόντα της, την ανέδειξαν σε κυρίαρχη απασχόληση των περισσοτέρων κατοίκων, από τα πολύ παλιά χρόνια.
Στην Καλαμωτή την δεκαετία του 50 και του 60, οι περισσότεροι κάτοικοι έχοντας λίγα χωράφια, αναγκαζόταν να δουλεύουν όλη μέρα, ολόκληρο σχεδόν το χρόνο, εκχερσώνοντας συγχρόνως (παράνομα ή νόμιμα) και προσπαθώντας με αυτόν τον τρόπο να αυξήσουν όσο το δυνατόν την καλλιεργήσιμη τους έκταση.
Η απόδοση των χωραφιών σε σχέση με την κοπιαστική εργασία, ήταν ελάχιστη και οι γεωργοί που πραγματικά αντιμετώπιζαν προβλήματα επιβίωσης, ήταν αναγκασμένοι για λίγα σακιά σιτάρι, να υφίστανται τις βασανιστικές συνθήκες εργασίας στα χωράφια για ολόκληρο το χρόνο.
Με τα πρωτοβρόχια του Φθινοπώρου άρχιζε η σπορά.
Πρώτα θα έσπερναν τα κουκιά, τις φακές, και τα κριθάρια. Στα τέλη Οκτωβρίου έσπερναν τα σιτάρια,
Τον σπόρο οι γεωργοί τον ετοίμαζαν από την προηγούμενη χρονιά. Διάλεγαν τα καλύτερα δεμάτια από τη θημωνιά, έσπαγαν με τον κόπανο τα στάχυα, καθάριζαν τα σιτάρι και το κρατούσαν για τη σπορά του επόμενου χρόνου.
Η σπορά διαρκούσε μέχρι τα Χριστούγεννα περίπου. Το όργωμα γινόταν τα παλιά χρόνια με ξύλινο αλέτρι. Είχε μήκος δυόμιση περίπου μέτρα, αρκετά μεγαλύτερο δηλαδή από το ΄΄σιδεράλετρο΄΄ και όλος ο εξοπλισμός ήταν ξύλινος, εκτός από το σιδερένιο υνί.
Το όργωμα γινόταν με άλογα ή μουλάρια. και βόδια.Ο γεωργός για να παροτρύνει και να καθοδηγεί τα ζώα, χρησιμοποιούσε τη ΄΄βουκέντρα΄΄.
Από τα τέλη Μαΐου, ξεκινούσε η περίοδος της συγκομιδής.
Πρώτα οι γεωργοί θα μάζευαν τα κουκιά και τις φακές Τα σιτάρια τα θέριζαν Ιούνιο με αρχές Ιουλίου. Την συγκομιδή την μάζευαν με το δρεπάνι (ένα σιδερένιο εργαλείο σε σχήμα μισοφέγγαρου με ξύλινη λαβή) στο χέρι, έκοβαν τα στάχυα και τα έκαναν δεμάτια κάτω από την αφόρητη ζέστη του καλοκαιριού .
Τα δεμάτια τα φόρτωναν στα ζώα και τα μετέφεραν στο αλώνι, όπου τα συγκέντρωναν σε μεγάλες θημωνιές.
Πολύπλοκη και κοπιαστική η διαδικασία του αλωνίσματος, που άρχισε αμέσως μετά.
Το αλώνι ήταν κυκλικό και λίγα εκατοστά πιο χαμηλά από το έδαφος. Είχε και μια μικρή κλήση. Στο κέντρο του αλωνιού ήταν μπηγμένος ένας πάσσαλος. Όλο το δάπεδό του, ήταν στρωμένο με χώμα, άλλες φορές λιθόστρωτο και αργότερα με τσιμέντο, που διευκόλυνε τη συγκομιδή του καρπού.
Πρώτα καθάριζαν το αλώνι από τα χόρτα, το σκούπιζαν και στη συνέχεια τοποθετούσαν τα δεμάτια το ένα δίπλα στο άλλο, σε όλη την έκταση του αλωνιού.
Στη συνέχεια έκοβαν με τα δρεπάνια τα δεμάτια, ανακάτευαν τα στάχυα και οδηγούσαν μέσα στο αλώνι τα βόδια ή τα άλογα.
Στην αρχή αλώνιζαν τα κριθάρια,τα οποία τα προόριζαν για τροφή των ζώων, κατά την περίοδο του χειμώνα. Στη συνέχεια αλώνιζαν τα σιτάρια. Τα ζώα γυρνούσαν κυκλικά σε όλη την έκταση του αλωνιού για πολλές ώρες και τα στάχυα άρχιζαν σιγά-σιγά να τεμαχίζονται.
Μετά και τα τελευταία γυρίσματα, όταν το σιτάρι είχε διαχωριστεί από το άχυρο,οδηγούσαν τα ζώα έξω από το αλώνι και τα ξέζευαν.
Στη συνέχεια το μείγμα του άχυρου και του σιταριού, που ήταν απλωμένο σε όλο το χώρο του αλωνιού΄. Πετώντας τα άχυρα στον αέρα,ο καρπός έπεφτε πλέον βαρύς πάνω στο χώμα, ενώ το άχυρο το έπαιρνε ο αέρας. Για αυτόν το λόγο έφτιαχναν τα αλώνια τους σε ανοιχτά μέρη που τα έπιαναν οι καλοκαιρινοί νοτιάδες. Μετά κοσκίνιζαν με ένα κόσκινο όλο το αλώνι και έβαζαν το σιτάρι σε τσουβάλια και το μετέφεραν με τα ζώα στης αποθήκες των σπιτιών τους. Το άχυρο που έμενε στο αλώνι, το μετέφεραν στους αχυρώνες, που υπήρχαν στο χωριό.
Η διαδικασία του αλωνίσματος διαρκούσε συνήθως δύο μέρες.Μετά το αλώνισμα οι νοικοκυραίοι πήγαιναν ένα φορτίο σιτάρι σε κάποιον ανεμόμυλο που λειτουργούσε στο χωριό. Μια ποσότητα από αυτό κρατούσε ο μυλωνάς για την αμοιβή του.
Δυστυχώς όμως παρά την τόσο κοπιαστική προσπάθεια που κατέβαλαν, για να εξασφαλίσουν το αλεύρι της χρονιάς, πολλές φορές αυτό δεν έφτανε ούτε για τη μισή.
Έτσι αναγκαζόταν είτε να αγοράζουν το υπόλοιπο, αν υπήρχαν χρήματα (συνήθως βεβαία δεν υπήρχαν), είτε να το παίρνουν βερεσέ (που τους κόστιζε φυσικά λίγο παραπάνω όταν το αποπλήρωναν), είτε να κάνουν ΄΄τράμπες΄΄ (ανταλλαγή) με άλλα προϊόντα.
Κάποια από τα εργαλεία που χρησιμοποιούνταν για αυτές τις εργασίες, κάποια ημέρα πρέπει να κοσμούν το ίδρυμα Αγλαϊας Φραγκούλη και Μιχάλη Καζά οι οποίοι άφησαν όλοι τους την περιουσία στο χωριό, με την προϋπόθεση την ανέγερση και συντήρηση Πνευματικού κέντρου που θα φέρει το όνομα τους.Δυστυχώς έχουν περάσει 42 χρόνια και δεν έχει γίνει τίποτα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου