1
Παρακολούθησα χθες, από τα πίσω καθίσματα, στο Αίθριο της Ιεράς Μονής Αγίου Γεωργίου, στο «Μοναστηράκι» όπως λένε οι Πυργούσιοι, την πρώτη πολιτιστική εκδήλωση του Μορφωτικού Συλλόγου Πυργίου που εορτάζει φέτος τα 110 χρόνια από την ίδρυσή του. Σουρούπωνε, το πρωινό μελτέμι έσβηνε, αιθέριες φωνές τραγουδούσαν αισθαντικά Μάνο Χατζηδάκη, σε μουσικό πρόγραμμα που είχαν προετοιμάσει μεθοδικά όλο τον χειμώνα, εν μέσω διαλλείματος ξεκούρασης από τον καθαρισμό μαστιχιού, μαζί με την δασκάλα τους, την μαέστρο και πιανίστρια Σόφη Κώττη.
Ο κόσμος πιστεύει ότι το αρχαιότερο χιακό πολιτιστικό σωματείο είναι ο Φιλοτεχνικός Όμιλος Χίου. Μια παρανόηση που συναρτάται με την παραδοσιακή, «καθώς πρέπει», νοερή αναπαράσταση ενός πολιτιστικού Συλλόγου: «Πρέπει να ιδρύεται από πολιτικά πρόσωπα»- ο Φ.Ο.Χ ιδρύθηκε από τον «Χιοφιλέστατο» Γεώργιο Παπανδρέου, «πρέπει να έχει μέλη εξέχοντες Χιώτες», «πρέπει οι δραστηριότητές του να είναι κοσμικά γεγονότα», «πρέπει η είσοδος να επιτρέπεται μόνο εις τα μέλη»- ώστε να είναι αρκούντως αποκλειστικός (extractive), όπως, τουλάχιστον αρχικά, λειτούργησε ο Φ.Ο.Χ., πρέπει, πρέπει..!
Όμως, στην πραγματικότητα, το πρώτο πολιτιστικό Σωματείο ήταν ο Μορφωτικός Σύλλογος Πυργίου που ιδρύθηκε την 1η Ιουλίου 1914 από 30 ιδρυτικά μέλη με την επωνυμία «Κοραής», προς τιμή του μεγάλου Διδάσκαλου του Γένους Αδαμάντιου Κοραή.
Η απελευθέρωση της Χίου είναι το σημαντικό ορόσημο. Ο αγροτικός κόσμος συνειδητοποιεί τη θέση του και αρχίζει να διεκδικεί πράγματα για τον εαυτό του. Σε αυτή τη σταδιακή αλλαγή παίζει σημαντικό ρόλο το μεγάλο γεγονός της Απελευθέρωσης γιατί οι αγρότες βγαίνουν από το καβούκι τους, από το χωριό, από τον μικρό ορίζοντα και βλέπουν παραπέρα. Αυτό τους κάνει να πιστεύουν ότι ενδεχομένως μπορούν να παίξουν σημαντικό ρόλο. Η ιστορία του «κόσμου του μόχθου» και του αγροτικού τομέα παραμένει εν πολλοίς αγνοημένη και υποφωτισμένη. Η απουσία ενδιαφέροντος για τον αγροτικό κόσμο δεν είναι βέβαια ελληνικό φαινόμενο. Διεθνώς, ακόμη και τις πρώτες δεκαετίες μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, τον αγρότη συνόδευε το στίγμα της οπισθοδρόμησης και του συντηρητισμού και για να τεθεί υπό αμφισβήτηση η επικρατούσα θέασή του ως αντικειμένου («ένας σάκος με πατάτες», όπως γράφει ο Ιστορικός Δημήτρης Παναγιωτόπουλος στο πρόσφατο βιβλίο του “Οι αγρότες στην Ελληνική Ιστορία”), πρέπει να φτάσουμε στην σημερινή ανανέωση των αγροτικών σπουδών που φέρνουν τους αγρότες στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος και της μελέτης.
Πώς κατορθώνει ένας μορφωτικός Σύλλογος στην αγροτική εσχατιά της νησιωτικής παραμεθορίου να παραμένει, 110 χρόνια αδιάλειπτα, ζωτικός χώρος πολιτισμικής έκφρασης και δημιουργίας; Aρκεί η «επινόηση της παράδοσης», όπως θα έλεγε ο αριστερός ιστορικός Eric Hobsbawm; Aρκεί η αναβίωση τοπικών εθίμων; Η ιστορία του ανθεκτικού Μορφωτικού Συλλόγου Πυργίου μαρτυρεί ότι ίσως χρειάζεται κάτι παραπάνω για να κερδίσεις την μάχη με τον χρόνο. Τον Οκτώβρη του 1919 ιδρύει τη «Νυχτερινή Σχολή», αναλαμβάνοντας τα έξοδα λειτουργίας και μισθοδοσίας, ακολουθεί η ίδρυση δανειστικής βιβλιοθήκης. Στα δύσκολα χρόνια των πολέμων και της Κατοχής επουλώνει πληγές, ανακουφίζοντας παιδιά και οικογένειες θυμάτων με δωρεές και εράνους. Μεταπολεμικά, καταρτίζει επαγγελματικά σε παραδοσιακές τέχνες όπως τα ξυστά, παρεμβαίνει στην πνευματική ζωή του τόπου με εκδόσεις, ένας ατέρμονας «αγώνας δρόμου» εξελικτικής προσαρμογής του Συλλόγου προκειμένου να επιτυγχάνει ανταγωνιστική ισορροπία, θυμίζοντας την υπόθεση της κόκκινης βασίλισσας» («red queen hypothesis» από το σχετικό έργο του Lewis Carrol «Μέσα από τον καθρέπτη»-που χρησιμοποιείται ευρύτατα σήμερα στην επιστήμη της εξελικτικής βιολογίας). Μια από τις ευφυείς προσαρμογές υπήρξε το 1982 με τη μετονομασία του Συλλόγου σε «Γιώργος Θεοτοκάς», προς τιμή του μεγάλου Πυργούση διανοούμενου, επωνυμία που διατηρεί μέχρι σήμερα. Έκτοτε, το όραμα του Γιώργου Θεοτοκά κυβερνά θεωρία και πράξη αυτού του μοναδικού σε δυναμισμό Συλλόγου.
Ποιες είναι οι κοινωνικές φαντασιακές σημασίες στο μάγμα, όπως θα έλεγε ο Καστοριάδης, του Θεοτοκάδικου οράματος; Την ώρα που άκουγα την χορωδία να τραγουδά με πυργούσικο σκέρτσο και νάζι - τους επετράπη έξυπνα από την Αλεξανδρινή εκπαιδευτικό- τα «εφτά τραγούδια θα σου πω» και «Στη Μύκονο στη Σέριφο» σκέφτηκα ότι πρώτη ύλη του μάγματος είναι η γυναικεία χειραφέτηση. Το γράφει και ο Θεοτοκάς: “Στην κεντρική πλατεία του Πυργίου τα ντυσίματα των γυναικών με τα χτυπητά χρώματα, παίρνουν ξαφνικά μια όψη φαντασμαγορική. Ρωτάς: Πού βρίσκομαι; Σε άλλους καιρούς, σε άλλον κόσμο. Αλλά καθόλου σε κόσμο νεκρό. Το πλήθος, χυμένο έξω από τα σπίτια, κυκλοφορεί με μπρίο, μιλεί ζωηρά, αστειεύεται. Τα καφενεία και οι ταβέρνες δουλεύουν γερά. Τα παλικάρια τραγουδούνε. Τα μάτια των κοριτσιών αστράφτουν μες στο ημίφως. Αισθάνεσαι ερωτισμό μες στον αέρα, ένταση ζωής, γονιμότητα.”
Ίσως όμως να μην είναι μόνο το αίτημα της αυτονομίας που απολαμβάνει από έναν κληρονομημένο μαστιχοχωρούσικο πολιτισμό η Πυργούσενα. Γιατί η χορωδία του τοπικού Μορφωτικού Συλλόγου πρόσεξα ότι ενσωμάτωνε μια συγκλονιστική βιοποικιλότητα. Ήταν γυναίκες που έμαθαν να αγαπούν τον Χατζηδάκη, καταγόμενες από Βουλγαρία, από Πολωνία, γυναίκες που έχουν γαμπρούς και νύφες αλλοδαπές, όλοι προκομμένοι. Και ιδίως σήμερα, 1η Ιουλίου, θα θαυμάσουμε χορευτές και χορεύτριες βαλκανικής καταγωγής που θα ντυθούν την πυργούσικη μπροστέλα, ένας ευρύχωρος Σύλλογος, μάλλον ένα συμπεριληπτικό χωριό: Mια ώρα πριν την εκδήλωση, στο Μοναστηράκι βάπτιζε το τρίτο παιδί του ένας ακούραστος μαστιχοπαραγωγός, ο Spiros, ένας αυτοδημιούργητος Κροίσος για τους ομοεθνείς του. Κοινό μυστικό για την επιτυχία και του φίλεργου Σπετίμ η ισότιμη θέση της γυναίκας: Την σύζυγό του Άλμα την βλέπεις αυτήν την εποχή, ντάλα μεσημέρι, φορώντας τον πυργούσικο κεφαλόδεσμο, να καθοδηγεί μια ντουζίνα εργάτες γης, στο ασπροχωμάτισμα των σκίνων. Θα ήθελα να την είχαν αφεντικό οι ευάλωτοι εργάτες γης αφού ουδέποτε υψώνει τη φωνή, διαθέτοντας πηγαία ευγένεια και θαυμαστή αξιοπρέπεια.
Δεν εξαρτώνται, πιθανότατα, η εντιμότητα και η καλοσύνη από εθνικότητες, ούτε από γενιές. Ίσως διαμορφώνονται με πολύ προσεκτική ανατροφή και ένσαρκα παραδείγματα. Αυτό εξηγεί πώς καταλήγουν και οι επίγονοι να μοιράζονται τον ψυχισμό των προγόνων. Δείγματος χάριν: Όσοι τυχεροί είμαστε θαμώνες του Λιβαδιού, της Πλατείας του Πυργίου, όταν συνομιλούμε με τον ανιψιό Γιάννη Θεοτοκά, καθηγητή ναυτιλιακών Σπουδών, μας αιχμαλωτίζει παρόμοια όπως κέρδισε αμέσως τον Ισίδωρο Πρώιο ο κορυφαίος Πυργούσης λογοτέχνης. Γράφει ο λυκειάρχης: “Mειλίχιος, ήρεμος, σεμνός, ευπρεπής, ευθύς και ευπροσήγορος, με βλέμμα καθαρό και φωτεινό, κέρδιζε αμέσως τον συνομιλητή του. Η αύρα που εξέπεμπε η παρουσία του σου προξενούσε ένα αίσθημα γαλήνης.”
Το να εμπεριέχεις, για τον Συγγραφέα της «Αργώς», του αριστουργήματος της Νεοελληνικής λογοτεχνίας με τις δεκάδες επανεκδόσεις, είναι στον πυρήνα του Πυργούσικου γενετικού κώδικα:
«Γνωρίζω
καλά τους Πυργούσιους, γράφει ο Θεοτοκάς,
και πολλές φορές ασχολήθηκα με το ζήτημα επί τόπου. Δεν πρέπει να ξεχάσει
κανείς την εκδοχή, κατά την οποία το Πυργί σχηματίστηκε από την ένωση πολλών
χωριών της νότιας Χίου. Μπορεί τα χωριά αυτά να τα κατοικούσαν άνθρωποι
διαφορετικής καταγωγής και το Πυργί τελικά να έκλεισε μέσα του ένα πληθυσμό
πολυσύνθετο.
Υπάρχει πρώτα ο τύπος που θα τον έλεγα νεοελληνικό και που υποθέτω ότι
είναι το συνηθέστερο καταστάλαγμα της ένωσης των διαφόρων φυλετικών στοιχείων
που αποτελούν τον νεώτερο Ελληνισμό. Είναι ο τύπος που θα μπορούσε να ήταν και
Αθηναίος και Πελοποννήσιος και Ρουμελιώτης και Σμυρνιός ή Πολίτης: Ένας
άνθρωπος με μέτριο ανάστημα και μέτρια σωματική δύναμη, με μελαχρινά ή καστανά
μαλλιά και μ’ ένα αέρα που δεν μπορείς ακριβώς να τον καθορίσεις, αλλά που
μόλις τον συναντάς σου θυμίζει αμέσως ελληνικό στρατό.
Υπάρχει ύστερα στο Πυργί ένας τύπος καθαρά βόρειος: Ξανθά μαλλιά,
ανοιχτόχρωμα μάτια, ψηλά κορμιά, χαρακτηριστικά των βορείων λαών της Ευρώπης. Ο
τύπος αυτός δεν παρουσιάζεται επεισοδιακά, αλλά σε μεγάλη αναλογία. Παρατήρησα
πολλές φορές με προσοχή τα παιδιά του σχολείου παρατεταγμένα στα πανηγύρια: H πλειοψηφία των αγοριών έχει ξανθά μαλλιά και βόρεια
χαρακτηριστικά ( Γιατί των αγοριών και όχι των κοριτσιών, δεν ξέρω. Είναι ένα
από τα μυστικά του Πυργίου).
Υπάρχει, τέλος, ένας τύπος καθαρά ανατολικός: Πολύ μελαχρινός, μάλλον κοντός, με χαρακτηριστικά που θυμίζουν τους λαούς της ασιατικής Εγγύς Ανατολής. Αν μπορέσει κανείς να απομονώσει τον δεύτερο και τον τρίτο τύπο και να τους βάλει πλάι πλάι, η αντίθεση ανάμεσά τους είναι καταπληκτική. Αλλά συνήθως ο πρώτος τύπος, ο νεοελληνικός, τα μπερδεύει όλα και σε κάνει να χάσεις το νήμα των παρατηρήσεών σου.”
O Γιώργος
Θεοτοκάς για να ερμηνεύσει τα ανθρωπολογικά συμπεράσματά του παραθέτει δύο
υποθέσεις-«Θρύλους», όπως τους ονομάζει: Σύμφωνα με τον πρώτο θρύλο, λέει, οι Πυργούσιοι είναι
απόγονοι μιας αποικίας Δωρικής από την Λακωνία, που δεν μπόρεσε ποτέ να
αφομοιωθεί εντελώς από τον Ιωνικό λαό της Χίου. Ο δεύτερος θρύλος λέει ότι το
Πυργί πρωτοχτίστηκε για να στεγάσει Βυζαντινούς στρατιώτες ξένης καταγωγής,
στους οποίους οι Αυτοκράτορες χάρισαν τη γη της περιοχής. «Δεν αποκλείεται, γράφει ο Θεοτοκάς, ο υποθετικός αυτός όμιλος των απόστρατων πολεμιστών να περιείχε ένα
ποσοστό Αρμένηδες, Σύριους ή άλλους Ανατολίτες και ένα ποσοστό Βόρειους,
μισθοφόρους, Γερμανούς, Σκανδιναβούς, Νορμανδούς. Όλοι μαζί θα ενώθηκαν με τους
ελληνικούς πληθυσμούς της περιοχής, ιωνικούς ή και δωρικούς, για να αποτελέσουν
στο τέλος ένα σύνολο ιδιόρρυθμο».
Ο ιδεολογικός ηγέτης της γενιάς του ‘30 μπορεί να μην γνώριζε τις μεγάλες ιστορικές συνθέσεις της σχολής των Analles και της «Μεσογείου» του ιστορικού Fernand Braudel, ούτε γνώριζε τα αποτελέσματα των γενετικών αναλύσεων της δεξαμενής πληθυσμών στην Ανατολική Μεσόγειο που γνωρίζουμε σήμερα αλλά ήταν εύστοχος ότι η ιδιορρυθμία ή καλύτερα η γενετική ποικιλομορφία είναι η μήτρα της νησιωτικότητας. (Προσωπικά προτιμώ τον Θεοτοκάδικο όρο, καθώς ο ομότεχνός του, ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, τον είχε σημασιοδοτήσει θετικά βάζοντας τον λαμπριάτικο ψάλτη της Σκιάθου να απολαμβάνει «ιδιορρυθμίτικο» τον καφέ του.
Δεν θα μπορούσε να είναι πιο επίκαιρη από ποτέ η πολυπρισματική αντίληψη που κομίζει για τη νησιωτικότητα ο Γιώργος Θεοτοκάς. Είναι μια απολύτως μοντέρνα, στρωματογραφική αντίληψη των πολλαπλών ταυτοτήτων, διατυπωμένη προφητικά πολλές δεκαετίες πριν, ο ορισμός της Χιώτικης ιδιοσυγκρασίας:
“Σαν ερευνώ τη γεωλογική σύνθεση του εαυτού μου, βρίσκω μέσα μου τρεις
ζώνες. Στο βάθος υπάρχει ένας νησιώτης αγρότης, αγαθός άνθρωπος, νοικοκύρης,
εργατικός και ειδυλλιακός, αλλά με τη φαντασία αρκετά ερεθισμένη από τη
γειτονιά της θάλασσας. Στη μεσαία ζώνη κατοικοεδρεύει ένα υποκείμενο πιο
ανήσυχο και πιο ανησυχητικό, ένας εμπαθής βυζαντινός, μισό καλόγερος και μισό
λογιώτατος, ιδεαλιστής κάποτε ως το μυστικισμό και διανοούμενος ως τον
σχολαστικισμό, που τρελαίνεται για παλιά κιτάπια, για διαλεκτική και για
λυσσασμένους δογματικούς αγώνες. Τέλος, στην απάνω ζώνη συναντώ έναν άχρωμο
κοσμοπολίτη, χωρίς κανένα ιδιαίτερο γνώρισμα, που αισθάνεται πατρίδα του μονάχα
τα εξπρές και τα διεθνικά ξενοδοχεία και αδιαφορεί για τα πάντα εξόν από την
καλοπέρασή του”
Για όλους όσους επέλεξαν να μένουν στα νησιά της Μεσογείου πρόκειται για μια περιούσια ενθαδικότητα. Και είναι ιδιαίτερα τυχεροί και τυχερές όσοι νησιώτες διαθέτουν μορφωτικούς Συλλόγους σαν τον Σύλλογο Πυργίου «Γιώργος Θεοτοκάς» που έταξε καταστατικά ως στόχο «την προσφορά αναβαθμισμένου πολιτιστικού περιβάλλοντος στους νέους ανθρώπους που επιλέγουν το Πυργί ως μόνιμο τόπο διαμονής τους»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου