Ἀγαπητὰ ἐν Χριστῷ παιδιὰ μου!
Ἀπὸ τοὺς ἀρχαίους χρόνους ὁ κόσμος ἔθετε στὸ κέντρο τοῦ ἐνδιαφέροντός του τὸν ἄνθρωπο. Τὸν ἡρωϊσμὸ του ὕμνησε ἡ ἐπικὴ ποίηση, τὴν σοφία του μελέτησε ὁ φιλοσοφικὸς στοχασμός, τὰ γεγονότα τῆς ζωῆς του περιέγραψε ἡ ἱστορικὴ ἀφήγηση, τὸ κάλλος του ἐξέφρασε ἡ αἰσθητικὴ τέχνη. Ἔτσι διαμορφώθηκε ἕνας ὑψηλὸς ἀνθρωπισμὸς, ὁ ὁποῖος ὅμως δὲν ἐπέτυχε νὰ γεφυρώσει τὴν χαοτικὴ ἀπόσταση μεταξύ τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ ἀνθρώπου.
Τὸ διάστημα αὐτὸ γιὰ πρώτη καὶ μοναδικὴ φορὰ στὴν ἱστορία ἐκάλυψε, ἐγεφύρωσε ὁ ἴδιος ὁ Θεός, μὲ τὸ δικό του θέλημα, μὲ τὴν δική του πρωτοβουλία, μὲ τὴν ἐνανθρώπιση τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου Θεοῦ.
Τὴν ἡμέρα τῶν Χριστουγέννων γεννιέται ὁ Θεάνθρωπος καὶ μαζὶ ἀνατέλλει ὁ νέος ἀνθρωπισμός, ὁ θεανθρωπισμός. Τὸ κήρυγμα τῶν προφητῶν, ὁ στοχασμὸς τῶν φιλοσόφων, ἡ προσδοκία τῶν ἁπλῶν ἀνθρώπων, μέσῳ τῶν αἰώνων, γίνεται πραγματικότης. «Ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν». Ὁ Θεὸς σκηνώνει ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους. Σκηνὴ τοῦ Θεοῦ γίνεται ἡ ἀνθρώπινη φύση, σκηνὴ τοῦ Κτίστη τὸ κτίσμα Του, σκηνὴ τοῦ Δημιουργοῦ τὸ δημιούργημά Του. Τὰ ἔργα τῶν χειρῶν Του δὲν τὰ παρεῖδε.
Γιὰ πρώτη φόρα στὴν ἱστορία αἴρεται ἡ ἀπόλυτη μοναξιὰ τοῦ ἀνθρώπου, μοναξιὰ, ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὴν ἀπουσία τοῦ Θεοῦ. Κύριο χαρακτηριστικό τοῦ νέου ἀνθρώπου εἶναι ὅτι ἀποκαθιστᾶ τὸν ἄνθρωπο στὴν υἱική του σχέση μὲ τὸν Θεὸ Πατέρα, ὥστε νὰ λειτουργεῖ κατὰ τὴν ἀληθινή του φύση ὡς εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Εἰκόνα ποὺ, ὅταν αὐτονομεῖται, χωρίζεται ἀπὸ τὸ θεῖο Ἀρχέτυπό Της, ἀμαυρώνεται.