Τρίτη 31 Ιανουαρίου 2017

Η Εθνική παρακαταθήκη του Μητροπολίτη Σάμου Ειρηναίου για το Προσφυγικό πρόβλημα στα Ελληνικά νησιά, του Κώστα Προμπονά



Γνώρισα πρώτα τη Φωνή του Ιεράρχη. Μέσα από τις ηχογραφήσεις της εθνικής μας μουσικολόγου, της Μέλπως Μερλιέ, συζύγου του αείμνηστου Οκτάβιου Μερλιέ, διευθυντή του Γαλλικού Ινστιτούτου που του χρωστάμε την διάσωση από την πείνα και ενδεχομένως τον θάνατο στην Κατοχή ενός Κορνήλιου Καστοριάδη και μιας πλειάδας εκλεκτών νέων που αργότερα διέπρεψαν. Ο Ειρηναίος αντιπροσωπεύει για την Μερλιέ το κλίμα του Οικουμενικού θρόνου. Πρόκειται για τον μόνο «ψάρτη»-όπως ονομάζουν οι κάτοικοι του Πυργίου τους παραδοσιακούς, αυστηρούς και βροντόφωνους υπηρέτες μιας τέχνης λαϊκής,  που αποδίδει, στις σπάνιες ηχογραφήσεις, επακριβώς και με στιβαρότητα τους ύμνους του μεγάλου Πέτρου Πελοποννησίου, του Λαμπαδαρίου, ενός μείζονος του Νεοελληνικού Διαφωτισμού. Λίγα ακόμη: 20 Χρονών μόλις, αρχιδιάκονος του Οικουμενικού Πατριαρχείου-σα να λέμε καθηγητής στο Harvard στα 25. Στα 30 του, νεαρός ανδροπρεπής διάκος τον εντέλλουν να διδάσκει στα Παρθεναγωγεία της Πόλης έφηβες λαϊκών συνοικιών.  Μητροπολίτης Ελασσόνας αμέσως μετά με τεράστιο έργο αρωγής στους πρόσφυγες του Μικρασιατικού Ελληνισμού. Φεύγει για σπουδές στη Σορβόννη όπου παρακολουθεί μαθήματα φιλοσοφίας από τον περίφημο Ν. Μπερντιάεφ. Είναι ο πρώτος Έλληνας μεταφραστής του υπαρξιστή φυγάδα . Ο Πόλεμος τον βρίσκει Μητροπολίτη Σάμου. Σύμφωνα με τον καθηγητή του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Μ. Μπαρμπούνη ο βίος και η πολιτεία του άφησε εντυπώσεις στο Σαμιακό ποίμνιο «που κυμαίνονται από θετικές έως εγκωμιαστικές».


 Ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης στα νησιά παρουσιάζει η πολιτική πλευρά του Ειρηναίου, όταν μέσα στη δύσκολη καμπή της Ελληνικής Ιστορίας που συγκροτεί η Κατοχική περίοδος, ο Ιεράρχης προβάλλει στο προσκήνιο της ιστορίας με τρόπο που βοήθησε αποφασιστικά τη Σάμο. Μετά τον πόλεμο, την εποχή της ανασυγκρότησης, ο Ιεράρχης ξεκινά πρώτος, όχι χωρίς διακινδύνευση, το δύσκολο έργο της Εθνικής συμφιλίωσης, ανεβαίνοντας στα Σαμιακά όρη,  συνομιλεί επί ίσοις όροις με τους κορυφαίους ντόπιους φιλόσοφους όπως τον Κων. Τσάτσο και αντιπροσωπεύει το Οικουμενικό Πατριαρχείο σε διεθνή Συνέδρια. Είναι η εποχή που συχνά-πυκνά δίνει το παρόν στα ζαχαροπλαστεία της Σάμου όπου διοργανώνονται αυθόρμητα βραδιές ποίησης και φιλοσοφίας. Στην συνέντευξή της στο λογοτεχνικό περιοδικό της Σάμου «Απόπλους»(Άνοιξη 2011) η πρώτη Φαρμακοποιός του νησιού, η Ματθίλδη Στρατάκη το πιστοποιεί: «-Αν τύχαινε κι ερχότανε ο Δεσπότης ο Ειρηναίος  εκεί που καπνίζαμε (σ.σ: μέγας νεωτερισμός τότε Δεσπότης να δείχνει ανοχή στο κάπνισμα γυναικών) είχανε κι ένα κάθισμα ειδικό, και καθότανε εκεί. Καθότανε και στα ζαχαροπλαστεία απέξω με παρέες. Τον αγαπούσε ο κόσμος πάρα πολύ. Τα βιβλία του που τα είχε αφιερώσει και στον άνδρα μου τα έχω και τα ξαναδιάβασα πρόσφατα.  Ήταν τελείως σύγχρονος ο άνθρωπος!»
 Πρόσφατα, αρχές του 2017, η τύχη με έβαλε στο βαπόρι να επισκεφθώ την ωραία Σάμο, ένα νησί σαφώς πιο φτωχό από τη Χίο, με εξίσου όμως σπουδαία πνευματική παράδοση. Θα αγόραζα  για μια ακόμη φορά ένα «τρίτο χέρι» λάντα νίβα, το θρυλικό ρώσικο αυτοκίνητο, το μοναδικό πάγιο περιουσιακό μου στοιχείο από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου να αποκτώ-όψιμα-άδεια οδήγησης. Αλλά, πιστέψτε με, αξιολογώ το κέρδος της γνωριμίας μου με το συγγραφικό έργο του Ειρηναίου μεγαλύτερο από τον κύριο σκοπό του ταξιδιού. Ανεβαίνοντας τα ξύλινα σκαλιά που έτριζαν σε κάθε βήμα, με τα Μελετήματα του Μητροπολίτη Σάμου ανά χείρας, δεν πίστευα ότι το φιλόξενο υπερώο της Δημόσιας Βιβλιοθήκης Βαθέως θα με δεξιωνόταν μέχρι αργά το μεσημέρι.
Θα προσπαθήσω να αρθρώσω μια επιχειρηματολογία για την τρέχουσα αντιμετώπιση του προσφυγικού/μεταναστευτικού προβλήματος στα νησιά κάνοντας εκτεταμένη χρήση εννοιών και προτάσεων που εκθέτονται από τον Ειρηναίο στα Μελετήματά του. Θα αρχίσω κάπως έκκεντρα την συζήτηση: Θεωρώ επιβεβλημένο, αυτό το τελευταίο διάστημα που έχει περισσέψει η αγανάκτηση και εκπορεύεται ένας μισαλλόδοξος λόγος να αναρτηθεί μια φωνή ενότητας, παρρησίας και πίστης στις αξίες της Φυλής που μας στήριξαν παλιότερα στις δύσκολες στιγμές. Αν και το διεθνές κλίμα «κραυγάζει» ότι οι λαοί επιζητούν πια να βρουν καταφύγιο σε αυταρχικές ηγεσίες, ο μητροπολίτης Σάμου Ειρηναίος Παπαμιχαήλ είναι η «τύπτουσα συνείδηση» όσων συγχέουν την εκκλησιαστική ιδεολογική ηγεμονία που συνιστά, τουλάχιστον για το κλίμα του Οικουμενικού Θρόνου, ο μετριοπαθής λόγος του Ιεράρχη σε άκρα αντίθεση με τα ρατσιστικά παραληρήματα που ουδέποτε η Ορθόδοξη Εκκλησία δικαιολόγησε. Ο λόγος του αείμνηστου Ιεράρχη πρωτίστως είναι έμπρακτος λόγος, κατορθώνοντας την «πράξη ως θεωρίας επίβαση», που λογοδοτεί σε αξίες οι οποίες συμβαίνει να έχουν υιοθετηθεί ιδρυτικά από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Για αυτό τον λόγο, ένα μεγάλο μέρος του κειμένου θα αφορά το πολυσχιδές έργο του Ειρηναίου Παπαμιχαήλ στη Σάμο της Κατοχής και την προσφυγιά αργότερα. Ευελπιστώ ότι η μεστή επιχειρηματολογία του σεπτού Ιεράρχη θα δείξει τον δρόμο στους νησιώτες του Ανατολικού Αιγαίου που αντιμετωπίζουν ένα κυκεώνα δοκιμασιών.
Η πρόοδος του Έθνους μας, για τον Ειρηναίο, είναι άρρηκτα συνδεμένη,  με το Δημοκρατικό πολίτευμα και η κριτική που ασκεί για τα Δικτατορικά  καθεστώτα είναι ανελέητη και κατεδαφιστική. Για τον Μητροπολίτη Σάμου Ειρηναίο όλα τα κράτη που υιοθετούσαν ως πολιτικό σύστημα τον ολοκληρωτισμό-και ήταν πολλά στην Ευρώπη του Μεσοπολέμου, στηρίζονταν στην κτηνώδη βία που στραγγαλίζει την αξία του ανθρώπου ως προσώπου. Σε αυτά τα καθεστώτα, όχι μόνο φασιστικά αλλά και του κόκκινου ολοκληρωτισμού τον οποίο πρώιμα έλεγξε ο Ειρηναίος, το υπαρξιακό αίτημα της ελευθερίας  ακυρώνεται,  παύει ο άνθρωπος να είναι εικόνα Θεού. Σύμφωνα με τον Ιεράρχη  οι περισσότεροι οπαδοί της 4ης Αυγούστου προσποιούνταν ειλικρίνεια ενώ κατά βάθος κινούνταν από ιδιοτελή ελατήρια. Οι θιασώτες του Μεταξά ουδέποτε πίστεψαν  ότι η  λειτουργία του κράτους απαιτεί σοβαρότητα ενώ άλλοι απ’ αυτούς, οι λιγότεροι,  λόγω αγνής συνείδησης εξαπατήθηκαν και προσχώρησαν.  Τα ανώτερα κρατικά στελέχη του φασιστικού καθεστώτος, κατά το διάστημα της τετραετούς διακυβέρνησης (1936-1940), αντί οικοδομής, επέφεραν κλονισμό και γέννησαν πικρία στην ψυχή του Έθνους. Η άσκηση της εξουσίας κατά τρόπο τυραννικό και άστοργο υπέσκαψε την ελεύθερη εθνική συνείδηση και διέσεισε τους θεσμούς εντός των οποίων το Έθνος είχε εγκλείσει τον πολιτισμό του και τον ευγενή και φιλελεύθερο χαρακτήρα του. Αυτή η προσπάθεια αντιγραφής των ολοκληρωτικών κρατών του Άξονα  ήταν διαμετρικά αντίθετη με την Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, το πνεύμα του, τον πολιτισμό του, την ορθόδοξη θρησκεία του. Αν υπήρχε κάποιο νόημα, κατηγορεί αμείλικτα την 4η Αυγούστου ο Ιεράρχης, τούτο δεν ήταν άλλο παρά η άρνηση των διαφόρων μορφών πολιτισμού του Έθνους και ο στραγγαλισμός της ελευθερίας του, από την οποία και μόνο πήγασαν οι δημιουργίες του και οι θρίαμβοι της εθνικής ζωής. Η περιλάλητη πειθαρχία , την οποία ήθελαν να εγκαταστήσουν στην καρδιά των νέων, δεν ήταν παρά ένας καταναγκασμός, μια βαριά αναχαίτιση των νεανικών αναζητήσεων. Ούτε όσοι διοικούσαν την νεολαία πίστευαν στους ανύπαρκτους σκοπούς της φασιστικής ΕΟΝ, ούτε οι νέοι . Τα κρατικά στελέχη εμπνέονταν από το ήθος μιας αυταρχικής καταδυνάστευσης παρά από στοργικό  ενδιαφέρον για τον λαό.
    Μερικοί πιστεύουν ότι οι δικτατορίες γεννούν τάξη, έστω κι αν συνθλίβουν την ελευθερία, λέει ο Ιεράρχης -προκαταλαμβάνοντας τη βουδιστική μάντρα που ακούμε δυστυχώς όλο και συχνότερα από νοσταλγούς—αλλοίμονο, κι απ΄τα παιδιά τους…- της εποχής της «Επαναστάσεως», κατά την οποία υποστηρίζουν πως άφηναν τα κλειδιά στις πόρτες των χωριών όπου ο χωροφύλακας κουμάντο έκανε βεβαίως.  Ο Ειρηναίος, αρκετά χρόνια πριν από την ανάδυση της μοντέρνας κοινωνικής ψυχολογίας είχε κατανοήσει ότι η  έννοια της τάξης δεν εγκλείει μόνο δύναμη και καταναγκασμό. Η κοινωνική τάξη είναι και απόρροια εκούσιας διάθεσης και από αυτήν την άποψη διαθέτει μια ηθική διάσταση: Είναι έκφραση της ελευθερίας του πολίτη, διότι η ελευθερία είναι προ παντός  εκούσια θυσία χάριν των άλλων. Η τάξη που επιβάλλει το κράτος γίνεται ασφαλέστερη όταν ακριβώς έχει μέσα της αυτό το ηθικό στοιχείο, την ελεύθερη θυσία και συγκατάθεση του κάθε πολίτη.
Ο  Ειρηναίος διαπίστωνε καθημερινά την διοικητική αβελτηρία και ανεπάρκεια των ανώτερων κρατικών υπαλλήλων που εμφορούνταν από τη φασιστική ιδεολογία. Όχι μόνο αυτός όμως. Ο λαός της Σάμου λόγω της μακράς ελεύθερης ζωής στα χρόνια της Σαμιακής ηγεμονίας, είχε προηγμένη την πολιτική του συνείδηση, έκρινε και του Κράτους τη ζωή και τους άρχοντές του, αντικειμενικά και θαρραλέα.  Νομάρχης, στρατιωτικός και αστυνομικός διοικητής  της Σάμου ήταν άνθρωποι που κατά γενική ομολογία κυβέρνησαν τον Νομό επί τρία χρόνια με τρόπο που προκάλεσε γενική δυσφορία. Ο νομάρχης της Σάμου, κατά τη διάρκεια της Μεταξικής δικτατορίας,  ανίκανος να κατανοήσει την αξία των θεσμών του κράτους και της εκκλησίας έστησε δικαστήρια σε δεκάδες έντιμους Σαμιώτες, οικογενειάρχες, επιστήμονες, παλαιούς πολεμιστές, εξευτελίζοντάς τους και ξυλοκοπώντας τους στα κρατητήρια, συχνά καταδικάζοντάς τους σε εξορίες και φυλακίσεις. Όπως αρκετοί σημερινοί φασίστες, δεν άφηνε απρόσβλητη την εκκλησία, καταφερόμενος εναντίον του κλήρου, χαρακτηρίζοντας τον Ιησού Χριστό ως  απλοϊκό κοινωνιολόγο και μεγάλο μύστη. Είναι ενδιαφέρον εδώ να παραλληλιστεί η  μεταφυσική ιδεολογία πολλών μοντέρνων ακροδεξιών που υιοθετούν σήμερα τον δωδεκαθεϊσμό και εναλλακτικές  θρησκείες με την ιδιάζουσα χριστιανική συνείδηση αναμεμιγμένη με θεοσοφικές δοξασίες που χαρακτήριζε πολλά στελέχη του Μεταξικού καθεστώτος, μεταξύ άλλων και του Αστυνομικού Διοικητή Σάμου, σύμφωνα με την αφήγηση του Ειρηναίου.
  Η άποψη του Ειρηναίου για τον φασισμό, είτε του Μεταξά είτε του Μουσολίνι αποκαλύπτεται στην πρώτη του συνάντηση με τον αντιπρόσωπο του κατακτητή, τον αντιπλοίαρχο  Κάρολο Φράγκι. Όταν ο Ιταλός διοικητής του δηλώνει ότι στην Αθήνα το πλήθος επευφημεί την έπαρση της ιταλικής σημαίας και συμπαθεί τους κατακτητές ο Ειρηναίος απαντά: «-Το έθνος μας είναι δημοκρατικό και δεν δύναται να υποταχθεί κάτω από ολοκληρωτικά συστήματα. Η γνωστική του ανάπτυξη είναι δομημένη από το ιστορικό του παρελθόν με τέτοιο τρόπο που μόνο ως άτομο δημιουργεί και έχει επίδοση σε όλες τις εκφάνσεις του βίου. Οι θεσμοί του Έθνους μας είναι αποτυπωμένοι σε δημοκρατική μορφή και η Εκκλησία μας έχει χαρακτήρα δημοκρατικό σε αντίθεση προς τη δική σας Εκκλησία της οποίας το πολίτευμα είναι απολυταρχικό.  Η διοίκηση Μεταξά, συνέχισε ο Μητροπολίτης, υπήρξε μια ανωμαλία στη ζωή του έθνους μας, και θα καταλύονταν νωρίτερα από τον ίδιο τον λαό, εάν δεν πλησίαζε να εκραγεί ο μέγας σημερινός πόλεμος.» «Άλλωστε, εμείς οι Έλληνες θεωρούμε το Κράτος ως μέσο και τον άνθρωπο ως σκοπό καθ΄ εαυτόν και ως ορθόδοξοι χριστιανοί πιστεύουμε ότι η ελευθερία και το πρόσωπο του ανθρώπου είναι η υπέρτατη αξία στον κόσμο. Οποιοδήποτε σύστημα μειώνει ή στραγγαλίζει τον άνθρωπο απορρίπτεται, δεν ανταποκρίνεται στην ψυχή μας»
 Οι πειρασμοί ήταν πολλοί. Ένας Ιταλός στρατηγός τού πρότεινε να τον εφοδιάσει με αυτοκίνητο ώστε να κινείται με άνεση κατά τις ποιμαντορικές του επισκέψεις στα χωριά. Ο Ειρηναίος αρνήθηκε με λεπτότητα αλλά σθεναρά κάθε είδος χορηγίας θεωρώντας ότι επιβαλλόταν προσοχή καθώς τα βλέμματα του λαού στρέφονταν εκείνη τη δύσκολη περίοδο  στην Εκκλησία για έμπνευση και στήριξη στις πικρίες και το φρόνημά του, Ο πιο ύπουλος πειρασμός προέρχονταν από  ιδιοτελείς ανθρώπους που με πρόσχημα την κοινωνική πρόνοια γύρευαν την ψυχική υποδούλωση του Σαμιακού λαού που λιμοκτονούσε. Η σύζυγος του Ιταλού Διοικητή, η οποία ελεγχόταν για διαφθορά κατάφερε να εξασφαλίσει για λογαριασμό ενός ανύπαρκτου συσσιτίου έναν τόνο επισιτιστικής βοήθειας σε αλεύρι που αμέσως φυγάδευσε στη χώρα της. Εντούτοις, ζητούσε παντοιοτρόπως να προσεταιρισθεί τον Ειρηναίο, για να εμφανίζεται στον λαό με το κύρος και την σύμπραξή του. Η κυρία αυτή είχε συλλάβει την ιδέα να οργανώσει στην οικία της χοροεσπερίδα με σκοπό να καλέσει τις  Σαμιωτοπούλες ακόμα και τις νιόπαντρες για να κάνει δήθεν την γνωριμία τους με Ιταλούς αξιωματικούς. Την επόμενη Κυριακή ο Ειρηναίος, στο  ακροατήριο του Μητροπολιτικού ναού εκφωνούσε πολεμικό λόγο: « Το Έθνος βρίσκεται αιμόφυρτο κατά γης, πλήρες πόνων και πληγών από την εισβολή του εχθρού, ο οποίος απομυζά το αίμα του και ποδοπατεί την ελευθερία του, την τιμή του. Δεν είναι καιρός διαχύσεων και χαράς, αλλά καιρός περισυλλογής και προσευχής. Ακούγεται ότι οργανώνεται χορός. Οποιαδήποτε από τις δικές μας γυναίκες και κορίτσια θα τολμήσει να προσέλθει σε αυτό τον χορό και να απλώσει τα μπράτσα της πάνω στα μπράτσα του εχθρού, θα αποθέσει στίγμα ατιμίας στο μέτωπό της, που θα παραμείνει ανεξίτηλο εις τον αιώνα. Το Έθνος διέρχεται τον Σταυρό του, τις οδύνες του, όπως διήλθε τον Σταυρό του και ο Κύριος Ιησούς, ο Θεός της Ιστορίας του Έθνους. Προσοχή! Μην τυχόν θελήσουμε να αποφύγουμε τις οδύνες που μας επέβαλαν οι ιστορικοί αγώνες του ηρωικού Έθνους, μη ζητάμε να προσαρμοστούμε στις περιστάσεις του σκότους διότι θα παραμείνουμε στην οδό της αισχύνης και δεν θα δυνηθεί το κατησχυμένο πρόσωπό μας να αντικρύσει όταν έλθει η ώρα το φως της τιμής και της ακτινοβόλου δόξας του Έθνους». Ο ναός ήταν κατάμεστος και οι καραμπινιέροι δεν έλειπαν από την τελετή. Αλλά δυστυχώς δεν ήταν αυτοί που κάρφωσαν τον Δεσπότη στον Ιταλό διοικητή αλλά Έλληνες, «ημέτεροι» και ο Ειρηναίος προσήλθε στον Ιταλό Στρατηγό να λογοδοτήσει για τις καταγγελίες.
      Η περίοδος της Κατοχής ήταν κατεξοχήν μια εποχή ριζοσπαστικοποίησης. Έχει ενδιαφέρον η απάντηση που δίνει ο Ειρηναίος από την απόσταση των εξήντα ετών στους σημερινούς αναθεωρητικούς Έλληνες ιστορικούς. Για τον Ιεράρχη δεν είναι όλοι όσοι αποτελούν το ΕΑΜ κομμουνιστές. Το ΕΑΜ το είχαν συγκροτήσει δυνάμεις από όλα τα πολιτικά κόμματα, ήταν αληθινό Εθνικό Απελευθερωτικό μέτωπο με χαρακτήρα πανελλήνιο. Οι κομμουνιστές, θαρραλέα υποστήριζε ο Ειρηναίος,  διαθέτουν έναν αλτρουιστικό χαρακτήρα. «Αλλά, αν το Κ.Κ.Ε  θελήσει να επιδιώξει κοινωνικές μεταρρυθμίσεις, αυτές δεν θα πρέπει να αγνοούν τις μεγάλες αξίες. Εντός αυτών των αξιών οφείλουν να γίνονται οι μεταρρυθμίσεις. Εντός αυτών ο εργαζόμενος άνθρωπος οφείλει να τύχει σεβασμού και να προστατευθεί με νόμους και θεσμούς σε βαθμό τέτοιο ώστε να μη γίνεται αντικείμενο εκμετάλλευσης. Και κοινωνική ασφάλεια και δωρεάν παιδεία για τα παιδιά του λαού και προαγωγή των παιδιών από τα λαϊκά στρώματα σε όλους τους βαθμούς της πολιτικής και υπαλληλικής ιεραρχίας και στήριξη της υγείας και των γηρατειών με την ίδρυση λαϊκών φαρμακείων και νοσοκομείων και συσσιτίων και γηροκομείων. Όλα αυτά πρέπει να θεσπιστούν και να επιδιωχθούν εντός της  κρατικής λειτουργίας, εντός βεβαίως των οικονομικών δυνατοτήτων του Έθνους, που ρυθμίζονται από την εργασία του καθενός μας.»
Η δράση των ανταρτών στους ορεινούς όγκους της Σάμου οδήγησαν τους Ιταλούς κατακτητές σε άτεγκτα μέτρα. Έπρεπε να τρομοκρατηθούν τα χωριά ώστε να πάψουν να υποστηρίζουν τους αντάρτες με οποιονδήποτε τρόπο. Ένα μέτρο τρομερό, θηριώδες τέθηκε σε εφαρμογή. Περικυκλώθηκαν τα χωριά και δεν επιτρεπόταν η έξοδος. Επί σαράντα μέρες οι αγροί εγκαταλειμμένοι, τα παραγωγικά ζώα κινδύνευαν να πεθάνουν από πείνα, ακόμα και η διανομή των τροφίμων του Ερυθρού  Σταυρού παρεμποδιζόταν. Ο Μητροπολίτης κλήθηκε να συμμορφωθεί στις υποδείξεις που απαιτούσαν παροτρύνσεις και κηρύγματα για ευπείθεια του ποιμνίου.
  Στην κρίσιμη συνάντησή του με τον Ιταλό Διοικητή διατυπώνει δύο καίριες ιδέες που διατρέχουν όλη τη δομή της επιχειρηματολογίας. Η μια ιδέα είναι η πεποίθηση στην ανθεκτικότητα του Ελληνισμού. Ο Ειρηναίος, σε αντίθεση με τον φρούδο, πολιτιστικό ιμπεριαλισμό των Ιταλών, οι οποίοι ίδρυαν ινστιτούτα και σχολές προώθησης της Ιταλικής κουλτούρας και απέβλεπαν  ότι η Σάμος θα ενσωματωθεί με τα Δωδεκάνησα, δηλώνει πως δεν μπορεί να εκριζωθεί η Ελληνική ταυτότητα από την μια μέρα στην άλλη καθώς χιλιάδες ελληνικές γενεές με τα ιερά τους αισθήματα έχουν αυλακώσει την ψυχή του λαού.  Η ίδια ρεαλιστική θεωρητική γραμμή υποθάλπει και τον επίλογο στη συζήτηση: Για τον Μητροπολίτη Σάμου η λύση του δράματος του Ελληνικού λαού θα προέλθει όχι από ενέργειες των λίγων ανταρτών στα βουνά-όπως και σήμερα, τηρουμένων των αναλογιών, ανεγκέφαλοι βολονταριστές του ακραίου πολιτικού φάσματος προτείνουν - αλλά από το είδος του τέλους του πολέμου και από την συνδιάσκεψη της ειρήνης.
Ο Ειρηναίος, καθώς η εξέλιξη των γεγονότων του πολέμου βάρυνε την πλάστιγγα εις βάρος του άξονα πήρε μια απόφαση ακόμα πιο καθοριστική από την αρχική του που ήταν να σώσει το λαό της Σάμου από τον λιμό: εγκατέλειψε την προσπάθεια να χειριστεί ακριβοδίκαια τις  φατρίες της Σάμου, τους φιλοφασίστες προύχοντες και τους αντάρτες και τάχτηκε με το μέρος της Ελληνικής Κυβέρνησης που συγκροτήθηκε στο Κάιρο. Δεν είναι αυθαίρετο να υποστηρίξουμε ότι κατά τον κρίσιμο χειμώνα του 1942 ο Ειρηναίος τάχτηκε με την συγκεντρωτική τάση ή τάση του κρατισμού την οποία οι σύγχρονοι ιστορικοί συνήθως ονομάζουν «εκμοντερνισμό». Καθώς  μέχρι το τέλος του πολέμου η Ελλάδα θα φτάσει να έχει δύο κυβερνήσεις, τη μία στην Αίγυπτο και την άλλη στα Ελληνικά βουνά ο Ειρηναίος θα βαδίσει τον δύσκολο δρόμο της Εθναρχίας αφήνοντας πίσω του τη διαμάχη φασιστών-καπετάνιων. Όλη η πολυσχιδής δράση του Ειρηναίου, από τη στιγμή που επέλεξε την Εθναρχική στάση εμπεριείχε ευθύνες και περιορισμούς ασύμβατους  με την απόλυτη αυτάρκεια η οποία παρέμενε το ιδανικό του Ελασίτη Καπετάνιου, που με τη σειρά του παρέπεμπε στον παραδοσιακό κλέφτη της Τουρκοκρατίας. Ο κληρικός του κλίματος του Οικουμενικού θρόνου, είχε αφήσει πίσω του την ιδεοληψία της ρομαντικής αγάπης για άκαμπτη, συχνά καταστροφική για τα αθώα χωριά, απόλυτη ελευθερία του καπετάνιου. Ο Δεσπότης αντιπροσώπευε πλέον τις πολιτικές που ο αναβαπτισμένος Ειρηναίος πίστευε ότι χρειάζεται η Ελληνική Αντίσταση αν επρόκειτο να πετύχει. Και έκανε ότι μπορούσε για να τις προωθήσει. Αυτό σήμαινε στην ουσία την διεθνοποίηση της σύγκρουσης. Οι πολιτικές του Εθνάρχη Ειρηναίου βρίσκονται στον αντίποδα αυτών που πρέσβευαν οι καπετάνιοι: Σκοπός του ήταν ακριβώς η υπόθεση της διακυβέρνησης, και το πώς να διατηρηθεί αυτή η αρχή πέρα από τις ικανότητες ή και τις φιλοδοξίες οποιουδήποτε ατόμου.
Αυτός ο πραγματισμός , ακατανόητος τότε σε φασίστες και καπετάνιους, ήταν αρκετός για να χαρίσει τη νίκη της πρώτης εμφύλιας διαμάχης στην εξόριστη Κυβέρνηση του Καΐρου, η οποία με τη σειρά της θα αντάλλασσε ένα βαθμό αυτονομίας με οικονομική υποστήριξη και διπλωματική αναγνώριση. Η βαριά εμπειρία της πείνας είχε εφοδιάσει τον Ειρηναίο με την γνώση πως χωρίς αυτήν την εξωτερική υποστήριξη, οικονομική και πολιτική, το ποίμνιο, η πολιτική κοινότητα της Σάμου δεν θα μπορούσε ούτε να υπάρξει ούτε να συντηρηθεί για πολύ καιρό. Σήμερα, οι αντικρουόμενες νοοτροπίες υφέρπουν λανθάνουσες αλλά ζωντανές. Από αυτές, η μία έχει χαμηλή αυτοεκτίμηση για την ζωτικότητα του Ελληνισμού, καλεί για περιχαράκωση  και ένδοξη αυτάρκεια με ηρωική έξοδο από την Ευρωζώνη, νοσταλγεί την απόλυτη ελευθερία των κλέφτικων τραγουδιών που δοξάζουν το ατομικό κατόρθωμα παρά την εθνική συνείδηση  και το δικαίωμα να κάνουν πογκρόμ, καίγοντας σκηνές γυναικόπαιδων οι σημερινοί «καπετάνιοι» ενώ η άλλη τάση είναι πραγματιστική, Ευρωπαϊκή, ενοποιητική και συνταγματική.
  Αν και ο Ειρηναίος προσπαθούσε να εισηγηθεί την ουδετερότητα της Εκκλησιαστικής Αρχής όταν καλούνταν για ανάκριση στην πραγματικότητα διατηρούσε αμέριστο έμπρακτο ενδιαφέρον για τον αγώνα των ανταρτών. Υπήρχε συνεχής δίαυλος επικοινωνίας μέσω της Εαμίτισσας Δανάης Σινανίδου και τακτική αποστολή τροφίμων και άλλων ειδών.  Θεωρούσε ότι ο κάθε Έλληνας πνευματικός άνθρωπος που ανέλαβε ηγεσία δεν είναι δυνατόν να σταθεί μακράν του εθνικού αγώνα . Κατηγορούσε τις επικρίσεις από τους εθνικούς μειοδότες που είχαν συγκεντρωθεί στην Σαμιακή πρωτεύουσα  ως άγονες και επιφανειακές. Ο Ειρηναίος δεν ήταν ρίψασπις! «Αι στιγμαί της εθνικής ζωής ήσαν κρίσιμοι, και η κρισιμότης των ιστορικών στιγμών γεννά κινδύνους, διά μέσου των οποίων οφείλουν να διέλθουν όσοι θέλουν να είναι ηγέτες του λαού.» γράφει στα Μελετήματά του.
  Σήμερα, αυτή η φιλοπονία που κάποιοι διαστρέφουν ως μαζοχισμό ακούγεται παράδοξη, ιδιόρρυθμη, εκτός εποχής. Για την μεταπολιτευτική Ελλάδα γενιές ολόκληρες γαλουχήθηκαν  ταυτίζοντας την ευζωία με την dolce vita, με σύνθημα ζωής την ερώτηση «περνάς καλά;» όπου η απάντηση ήταν το σισύφειο κυνήγι των νεοπλουτίστικων τρόπων ζωής (lifestyle). Όταν πάλι περάσαμε στην απέναντι όχθη της αυτομαστίγωσης, περίσσεψε η απαξίωση των επιτευγμάτων του νεοελληνισμού σα να μην είχαμε αποδράσει ποτέ από τις οικονομικές και πολιτικές συνθήκες στα νότια Βαλκάνια του 18ου αιώνα, μιας επαρχίας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
  Ο Ειρηναίος θεωρεί προπατορικό αμάρτημα του δοσιλογισμού την άρνηση του αγώνα. Ο αγώνας εδώ ερείδεται σε μια θρησκευτική αλληγορία, μια μεταφορά, που δικαιολογημένα πιστεύει ότι εμψυχώνει τον νεοέλληνα στο βαθμό που έχει εκτεθεί στη βιβλική μεγάλη αφήγηση. (κάτι που όλο και σπανίζει στο Ελληνικό Σχολείο των δεκάδων μαθημάτων σε αντίθεση με το Ισραήλ όπου τα Εβραιόπουλα κατακτούν υψηλά σκορ αναγνωστικής επάρκειας σε διεθνείς διαγωνισμούς και πιστεύεται ότι η αιτία είναι η επανάληψη των βιβλικών ιστοριών η οποία βελτιώνει τις γνωστικές δεξιότητες επεξεργασίας του κειμένου).  Ο ιεράρχης σε κάθε κήρυγμα κατά την κατοχική περίοδο δεν παύει να διακηρύσσει ότι όλη η ζωή μας διέρχεται «διά του Σταυρού, διά πόνων, διά του θανάτου» αλλά την τελευταία λέξη στη διαδικασία αυτή, των γεννήσεων και των θανάτων την έχει όχι η εκμηδένιση και το σκότος αλλά η ζωή, το φως, η Ανάσταση. Το έθνος διέρχεται τον Σταυρό του, τις οδύνες του. Οφείλουμε να ζήσουμε τους πόνους του» . Και την ημέρα της Ιταλικής ανακωχής, μια προσωρινή ημέρα χαράς πριν τον ανελέητο βομβαρδισμό του Βαθέως από τα Στούκας, ενώ ο μητροπολιτικός ναός δονούνταν από ασυγκράτητο ενθουσιασμό κυριάρχησε και πάλι στο κήρυγμά του μια αναπαράσταση του Νέου Ελληνισμού που διαθέτει εγκαρτέρηση, μια αρετή που επισκοτίσθηκε την εποχή της αστακομακαρονάδας και των χριστουγεννιάτικων διακοπών στο Ροβανιέμι της Λαπωνίας, η εικόνα ενός λαού που δεν διστάζει να ανέβει στο Γολγοθά υπέρ της ελευθερίας του ανθρώπινου πνεύματος: «-Συ Ελλάδα μας, που την ελευθερία την ένοιωσες όπως εκείνος, ως μεγάλη θυσία, ως Σταυρό και ως Ανάσταση, συ που την αξία της την σφυρηλάτησες βαθιά μέσα στα αίματα και τους Σταυρούς, συ που δίδαξες όλους τους λαούς πώς να πολεμούν και πώς να πεθαίνουν, πώς οι μεγάλες δημιουργίες βγαίνουν από μόχθους και Σταυρούς, απέδειξες ότι θυσιάζεις το σώμα για να σωθεί το πνεύμα, η ψυχή…»
  Ανεκδοτολογικές μαρτυρίες και δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι μέχρι την πρώτη μεταπολεμική γενιά οι Νεοέλληνες διατηρούσαν, μπροστά στις αναποδιές, σε αντιστάθμιση «εκείνα τα άλλα αποθέματα που δεν βρίσκονται ούτε στο έδαφος ούτε στο υπέδαφος, ούτε και στα λογιστικά κιτάπια των ιδιωτών και του κράτους, αλλά μέσα σε μυαλά που δεν παραιτούνται με τα πρώτα μπερδέματα της πραγματικότητας και σε καρδιές που δεν παραλύουν με τις πρώτες διαψεύσεις» όπως γράφει πρόσφατα ο καθηγητής πολιτισμικών σπουδών Βασίλης Καραποστόλης στην «Εποχή της όρεξης». Για να είσαι ο άνθρωπος που ρίχνεσαι μέσα στη δράση με το που χτυπάει ο συναγερμός, οφείλεις να παραμένεις σχετικά απρόσβλητος από την ασθένεια του γογγυσμού που για τους σύγχρονους Έλληνες αποτελεί την πρωινή γυμναστική. Οι παππούδες και οι γιαγιάδες μας-εδώ είναι θεμιτή η νοσταλγία, δεν χτίκιαζαν και δεν αγανακτούσαν με την παραμικρή δυσκολία που ενέσκηπτε. Η καλλιέργεια μιας θετικής ιστορικής μνήμης, που αφορά τα αληθινά επιτεύγματα ενός νεαρού κράτους της Νότιας Ευρώπης ήταν μόνιμο μέλημα στα κηρύγματα του Ιεράρχη. Το Ελληνικό Έθνος ,  για τον Σάμου Ειρηναίο, έζησε επί ένα και πλέον αιώνα την πολιτική του ελευθερία και την μετέβαλε σε φωτεινές και μεγάλες δημιουργίες. « Το 1821, στην Ανάσταση του γένους,  η Πρωτεύουσά του δεν ήταν παρά ένα απλό χωριό και το Έθνος μέσα σε 100 χρόνια την μετέβαλλε σε μια Πρωτεύουσα εφάμιλλη των ευρωπαϊκών, ανήγειρε Πανεπιστήμια, πολύπλοκα οικονομικά ιδρύματα, ανέπτυξε βιομηχανία και ναυτιλία και προήγαγε την πνευματική του ζωή σε βαθμό ώστε να μην υπολείπεται από κανένα άλλο Ευρωπαϊκό  Έθνος. Η ανδρεία του απέβη παράδειγμα μοναδικό μεγαλειώδους θυσίας και Σταυρού αλλά και Αναστάσεως. Οι φασισμοί και τα συστήματα σκότους και βίας κάποτε πέφτουν και η χριστιανική ελευθερία κρατερά αγωνιζομένη μέλλει να θριαμβεύσει, εντός της οποίας πρόκειται να υψωθεί ο άνθρωπος, να βρει δικαίωση ο μόχθος του, ο ιδρώτας του και να σωθεί η ανθρώπινη αξιοπρέπεια.»
 Σήμερα, που όλο και περισσότεροι στρέφονται στην απατηλή αγκαλιά του μεγάλου αδελφού, την ώρα που σημειώνεται ραγδαία δημοφιλία αυταρχικών ηγετών και ακούμε ανερυθρίαστα εγκώμια για την Απριλιανή χούντα των Συνταγματαρχών «με μηδέν διαφθορά, ασφάλεια και οικονομική ανάπτυξη» έρχεται ο λόγος του Εθνάρχη της Σάμου να αποκαταστήσει την αλήθεια. Η δύναμη του λόγου του πηγάζει απευθείας από το Ευαγγέλιο του λέοντος της χριστιανικής γραμματείας, του τελώνη Ματθαίου. Μια μέρα, την εποχή ακόμη που η αναμέτρηση Συμμάχων-Άξονα ήταν αμφίρροπη,  ο Δεσπότης δέχθηκε την επίσκεψη ενός Ιταλού Νομικού επιστήμονα ο οποίος είχε επιστρατευθεί στο Πυροβολικό. Ο Δικηγόρος του απηύθυνε την ερώτηση: «-Δεν νομίζετε, Σεβασμιότατε, ότι ο Μουσολίνι είναι μέγας πολιτικός;» Ο Δεσπότης σιωπούσε. Ο Ιταλός συνέχισε: «-Ότι έχει μεταβάλλει την Ιταλία σε παράδεισο με τα έξοχα έργα που έκανε, ίδρυσε νέες πόλεις, εξυγίανε ελώδεις εκτάσεις, ανήγειρε δημόσια κτήρια, κατασκεύασε δημόσιους δρόμους, αύξησε την παραγωγικότητα της χώρας και την ευμάρεια της ζωής, τελειοποίησε την τεχνική σε όλα τα επίπεδα, υπέβαλε σε σιδηρά πειθαρχία τον λαό, τη νεολαία και όλοι ευρίσκονται κάτω από την πνοή και πυγμή του;» Επειδή ο ομιλητής επέμενε να έχει τη γνώμη του ο Δεσπότης μίλησε: «-Το Ιερόν Ευαγγέλιον λέγει κάπου ότι ο διάβολος ανέβασε κάποτε τον Κύριο σε όρος υψηλόν και του επέδειξε πάσας τας βασιλείας του κόσμου και την δόξα τους λέγοντας «πάντα Σοι δώσω εάν πεσών προσκυνήσης μοι» (Ματθ. 4,11). Ο Θεός, το πνεύμα, ο άνθρωπος είναι αξίες αναντικατάστατες, είναι ύψιστες αξίες στον κόσμο. Ο πλούτος, η ευμάρεια, τα υλικά αγαθά δόθηκαν στη χώρα σας, στην Ιταλία, αλλά τα πληρώσατε με την απώλεια της ελευθερίας σας, τα ανταλλάξατε με την ψυχή σας. Δεν υπάρχει ελεύθερος στοχασμός στη χώρα σας. Όσοι τολμήσουν να διαφωνήσουν με την σκέψη του αρχηγού εξαφανίζονται, εξορίζονται, σβύνουν. Οι Άνθρωποι, κύριε Λοχαγέ, συνέχισε ο Ειρηναίος, δεν δημιουργήθηκαν για να βόσκουν μέσα σε υλικά αγαθά αλλά για να είναι ελεύθεροι, για να συλλαμβάνουν ιδανικά, να δημιουργούν και από τις ελεύθερες δημιουργίες τους να αντλούν την χαρά της ζωής. Σε ένα κλίμα τρόμου και φόβου, η ζωή φονεύεται ως πνεύμα, ξεραίνεται ως πηγή εμπνεύσεως, και μειώνεται ως ηθική δύναμη, ως αγώνας, ως ενθουσιώδης οραματισμός. Αυτή είναι η απάντηση στο ερώτημα που μου θέσατε.»
   Για τον Ιεράρχη, μια από τις πιο καταστροφικές συνέπειες των ολοκληρωτικών καθεστώτων ήταν η χειροτέρευση της ποιότητας των ηγητόρων . Η Σάμος παραδόθηκε μέσα σε ελάχιστο χρόνο άνευ αντίστασης στον εχθρό όπως και τα υπόλοιπα μεγάλα νησιά και μόνο η Κρήτη είχε τη δόξα να αγωνιστεί, να γίνει ολοκαύτωμα και να σώσει την τιμή του Αιγαιοπελαγίτικου Ελληνισμού. Ο Ιεράρχης δεν αναζητά την αιτία στη δειλία του πληθυσμού ούτε στην ασυνάρτητη δράση των απλών στρατιωτών. Η ευθύνη βαραίνει την κυβέρνηση. Δεν πρέπει να προΐστανται στα νησιά αξιωματικοί τεχνικά ακατάρτιστοι και χωρίς κύρος. Μπορεί η πλειοψηφία των αξιωματικών να είναι πλήρης πατριωτισμού και γενναιότητας αλλά, για τον Ειρηναίο, ο Διοικητής είναι ο κρίσιμος παράγοντας. Πρέπει να επιλέγονται μόνον μορφωμένοι και εκλεκτοί για να διατηρηθεί ακμαίο το ηθικό. Η νίκη στην Αλβανία επιτεύχθηκε όχι χάρη στη δικτατορία του Μεταξά ούτε εξαιτίας μιας ολοκληρωτικής κυβέρνησης που καταφρονούσε τους πολιτικούς και πολλούς στρατιωτικούς άνδρες. Ο ηρωισμός και η αυταπάρνηση του λαού στα βουνά της Πίνδου ήταν το απαύγασμα της θρησκευτικής πίστης του, η συμπύκνωση των αγώνων του, του πολιτισμού, της δόξας της ιστορίας του, των μυρίων νεκρών του και όχι των Μεταξικών υπουργών και νομαρχών οι οποίοι διαπνέονταν από πνεύμα, που υπονόμευε την ελεύθερη πνοή και αξιοπρέπεια του Έθνους. Ο Ιεράρχης δεν ζητά από τους ηγήτορες αδύνατες δεξιότητες. Την αυταπάρνηση ως ύψιστη αρετή την απονέμει μόνο σε συλλογικά υποκείμενα-όπως στην Ελληνική πολιτική κοινότητα σε ορισμένες στιγμές. Τα υπόλοιπα στελέχη που διοικούν, σύμφωνα με τον Ειρηναίο, χρειάζεται να ανήκουν σε ένα συγκεκριμένο ανθρωπότυπο, που τηρουμένων των αναλογιών της βαθιά νεποτιστικής Νότιας Ευρώπης θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως θιασώτης του δυτικού εκμοντερνισμού:   Aπό τις αναλύσεις ανθρώπινων χαρακτήρων στα Μελετήματα του Σάμου Ειρηναίου, προκύπτει ότι  ο ανθρωπότυπος πετυχημένου ηγέτη διακρίνεται για μια σύνεσιν Αριστοτελικού τύπου, η οποία χαρακτηρίζεται από τον συνδυασμό αποφασιστικότητας και μιας πρωτοβουλίας  που αποφεύγει «τις σπασμωδικές κινήσεις». Προέχει μάλλον η αντικειμενικότητα παρά η ταχύτητα στη λήψη των αποφάσεων, όπως αναγνωρίζει στον Άγγλο συνεργάτη του, ταξίαρχο I.E.Baird. Ένας ηγέτης, για τον Ειρηναίο,  οφείλει να αντιστέκεται σε ρουσφέτια και εκδουλεύσεις, «να μην ανέχεται πιέσεις επί της ελευθέρας βουλήσεώς του». Να διακατέχεται από ένα πνεύμα δικαιοσύνης το οποίο θα διακρίνει τις σκέψεις και τις πράξεις του. Ο ηγέτης οφείλει να διακρίνεται σε τιμιότητα, φιλομάθεια αλλά και φιλελεύθερο πνεύμα. Η αρετή της ευθιξίας και της προσήλωσης στην νομιμότητα προκειμένου για τη λειτουργία της κρατικής ζωής όπως επίσης και η γλωσσομάθεια σε βάθος των βασικότερων Ευρωπαϊκών γλωσσών είναι απαραίτητα στοιχεία στην ηγεσία πολύ υψηλού επιπέδου.. Όλα τα παραπάνω προτερήματα δείχνουν να φωτογραφίζουν τον σπουδαιότερο για αρκετούς Έλληνες πολιτικό του 20ου αιώνα, τον Ελευθέριο Βενιζέλο, του οποίου είχε την τιμή να αναλάβει την νεκρολογία ο Ειρηναίος Παπαμιχαήλ.
Τον Σεπτέμβρη του 1943 ο Ειρηναίος αποδέχεται την πρόταση των Άγγλων να είναι πρόεδρος με δικαίωμα διπλής ψήφου της Προσωρινής Διοικητικής Επιτροπής της ελεύθερης Σάμου. Τα επίδικα ζητήματα, όταν ανέλαβε τεράστια. Απέσυρε, με δική του πρωτοβουλία από το Δημόσιο ταμείο 50.000.000 δραχμές  για να διανεμηθούν στις οικογένειες των ανταρτών με κίνδυνο να κατηγορηθεί για απιστία προς το Δημόσιο και υπεξαίρεση. Το ρίσκο ήταν ότι αν δεν συνέβαινε αυτή η πράξη οι αντάρτες θα έμπαιναν στην Πρωτεύουσα για λεηλασία και «φορολόγηση των ευπορότερων»  Η πράξη του οδηγεί σε παραίτηση του  διορισμένου από τους Άγγλους νομικού και φίλου του Αγγελίδη. Ο Ιεράρχης στα απομνημονεύματά του γράφει: «Ως νομικός ο Αγγελίδης ήθελε το κράτος του νόμου να κυριαρχεί αλλά εμείς διερχόμεθα μια εξαιρετική στιγμή της πολιτικής ζωής και έπρεπε να συμβιβάσουμε τα πράγματα διότι, αν αποσυρόμασταν από την πολιτική σκηνή λόγω του φόβου των ευθυνών, θα αφήναμε να γεννηθεί ένα χάος κι ένας φόβος θα απλωνόταν σε όλη τη νήσο. Αν η διοίκηση της νήσου απέρρεε μονόπλευρα μόνον από τους αντάρτες ουδέποτε θα ενέπνεαν απόλυτη εμπιστοσύνη στο σύνολο των πολιτών οι οποίοι θα τους θεωρούσαν ως φορείς επανάστασης και φόβου παρά φορείς νόμου και κράτους.»
Η ριζοσπαστική κίνηση του Μητροπολίτη Σάμου να αναγνωρίσει ως πηγή εξουσίας την εξόριστη Κυβέρνηση του Καϊρου θα ξενίσει αρχικά τον σημερινό αναγνώστη αν υποστηριχθεί ότι είναι μια πηγή έμπνευσης για την διαχείριση του προσφυγικού ζητήματος σήμερα. «Πολλά πράγματα, αναγνωρίζει ο Δεσπότης, είναι επιτακτικότερα της ιδεολογίας» Αν μόνο η Κυβέρνηση του Καϊρου ηδύνατο να βαστάσει τα οικονομικά βάρη της Σάμου (οκτακόσια εκατομμύρια μηνιαίως για να καλυφθούν οι μισθοί των υπαλλήλων και οι συντάξεις), η ρεαλιστική απόφαση ήταν μονόδρομος, ιδιαίτερα όταν στο Σαμιακό παράρτημα της Τράπεζας της Ελλάδος η ποσότητα δραχμών αρκούσε μόλις για ένα μήνα. Προβλήθηκε από κάποιους η σκέψη της φορολογίας των πολιτών αλλά δεν ήταν μέτρο σοβαρό. Όπως και για την σύγχρονη Ελλάδα στα χρόνια του Μνημονίου, οι μισθοί και οι συντάξεις στη Σάμο θα καταβάλλονταν χάρη στην καλοσύνη των ξένων. Ακόμα και η πλειοψηφία των ανταρτών αναγνώριζε ότι εφόσον δεν υπήρχε καν η ελάχιστη εμπορική κίνηση, δεν ήταν σε θέση οι πολίτες να υποστούν φορολογικά βάρη.
Όπως και τότε στη Σάμο, και σήμερα, η έλλειψη οικονομικών πόρων δυσχεραίνει τη λειτουργία της διοίκησης είτε πρόκειται για τη λειτουργία των νοσοκομείων, είτε για την θέρμανση στα σχολεία είτε για το προσφυγικό.  Το χρεωκοπημένο  Ελληνικό κράτος και η Χίος δεν μπορεί να βαστάξει τα οικονομικά βάρη του προσφυγικού. Και μόλις τώρα αρχίζουμε να ψηλαφίζουμε πόση υψηλή προστιθέμενη αξία κρύβουν οι συνέργειες, η κατασκευή συναινέσεων και τα οικοσυστήματα συνεργασίας των νησιών. Μέχρι την χθεσινή επίσκεψη των τριών Δημάρχων του Ανατολικού Αιγαίου το κάθε νησί έβλεπε μυωπικά το δικό του μικρό συμφέρον ή την εφήμερη κακοδαιμονία και προσπαθούσε με την πελατειακή του πρόσβαση στο κράτος των Αθηνών να αποκομίσει μεγαλύτερα κέρδη από τα άλλα νησιά που αντιμετωπίζονταν ως δυνάμει ανταγωνιστές . Άλλωστε η θεσμική οργάνωση  της Ελληνικής πολιτείας έχει αποδειχθεί ότι δομεί τους όρους της σύγκρουσης αυτής έτσι ώστε κάποια νησιά και κάποιες ομάδες να ευνοούνται συστηματικά, ενώ άλλες να αφοπλίζονται, συχνά προτού ακόμη ξεκινήσει η σύγκρουση, με αποτέλεσμα τη διαιώνιση συγκεκριμένων ανισοτήτων, στο πλαίσιο συγκεκριμένων πολιτικών και πολιτειακών συστημάτων . Το κράτος δεν είναι ουδέτερος διαμεσολαβητής ανάμεσα σε συγκρουόμενα συμφέροντα, αλλά ως ένα πολύπλοκο θεσμικό σύνολο  είναι ικανό να δομεί τον χαρακτήρα και τα αποτελέσματα της σύγκρουσης μεταξύ ομάδων. (Katzenstein, 1978. Evans et al., 1985. Τσακατίκα, 2004).
Αντί το προσφυγικό να ορίζεται με τους προηγούμενους  όρους  που προέκριναν την τακτική της προσοδοθηρίας (rent seeking) και του συναλλακτικού κόστους (transaction cost) όπως έμπαιναν στις ατομικές  συναντήσεις των Δημάρχων, ο Ειρηναίος τονίζει την συλλογική μοίρα των νησιών, τη δυνατότητα για σύμπραξη διατυπώνοντας το ρητορικό ερώτημα : «-Και εάν είμεθα ελεύθεροι, ως ένα τμήμα της Ελληνικής Πολιτείας, θα παραμένουμε μετέωροι, απομονωμένοι, και αν ελευθερώνονταν και άλλο τμήμα της Ελλάδας έπρεπε και τούτο να έχει ανεξάρτητη πολιτική διοίκηση, να εμφανισθεί χωρισμένο από το άλλο, και έτσι η Ελλάδα, καθώς θα απελευθερώνεται έπρεπε να είναι κατατμημένη σε τεμάχια χωρίς ενότητα και ενιαία κατεύθυνση, χωρίς κεντρική ενωτική αρχή που να εκπροσωπεί το όλον και αναγνωρισμένη διεθνώς ως η νόμιμη Ελληνική Κυβέρνηση
 Αν ακολουθήσει κανείς με συνέπεια τη θεωρητική γραμμή του Ειρηναίου θα καταλήξει ότι το  υπόδειγμα αντίδρασης στο Προσφυγικό θα έπρεπε από νωρίς να είναι μια σύνοδος των νησιών της Νότιας Ευρώπης που πλήττονται από την παράτυπη μετανάστευση και το Προσφυγικό, την διαρκή παράσταση μέσω αντιπροσωπείας και lobbying στις Βρυξέλλες και τον πολλαπλασιασμό των πόρων  κατά την παρούσα «εξαιρετική» συγκυρία. Οπωσδήποτε όμως, ο Δεσπότης δεν θα αναδείκνυε ως πρωτεύον το ζήτημα του αφελληνισμού ή της απώλειας της πολιτισμικής ταυτότητας του Αιγαίου όπως κάποιοι πολιτικοί  του ακραίου αντιδημοκρατικού φάσματος ιδιοτελώς υποκινούν  προς άγραν ψήφων.
      Στις 17 Νοεμβρίου βομβάρδισαν αιφνίδια το Βαθύ της Σάμου  γερμανικά Στούκας.  Κατέφθαναν σε αλλεπάλληλα κύματα και εκτίνασσαν οβίδες μέχρι χιλίων κιλών για τρεις ολόκληρες ώρες. Ήταν ο αγριότερος και σκληρότερος βομβαρδισμός του πολέμου αν λάβει κανείς υπόψη τις διαστάσεις της μικρής πόλης. Οι περισσότεροι κατέφευγαν στους γύρω λόφους και εκεί όμως καταδιώκονταν και πυροβολούνταν απάνθρωπα, χωρίς οίκτο. Ο Ειρηναίος σώθηκε εκ θαύματος ενώ σε απόσταση λίγων μέτρων έβλεπε να σωριάζονται σπίτια, να πληγώνονται θανάσιμα άνθρωποι, να εκσφενδονίζονται στύλοι τηλέγραφου, έπιπλα και πόρτες. Εν όψει της γερμανικής απόβασης έλαβε από το Βρετανικό Αρχηγείο απόρρητη επιστολή κατά την οποία ο ταξίαρχος Βaird τον ικέτευε να εγκαταλείψει προσωρινά το νησί ώστε να μην τον βρουν οι Γερμανοί οι οποίοι είχαν πληροφορηθεί για την αντιστασιακή του δράση.  Οι Ναζί δεν θα ανέχονταν ποτέ ένα θρησκευτικό αρχηγό που αναμιγνυόταν στην πολιτική ζωή του νησιού, που συνέπραττε με τους Άγγλους, που παραλάμβανε όπλα διά της υπογραφής του, που ευλογούσε τον αγώνα των ανταρτών, που προΐστατο  μυστικών οργανώσεων οι οποίες εξυπηρετούσαν το δίκτυο πληροφοριών του Αρχηγείου της Μέσης Ανατολής, που φυγάδευε στην Τουρκία Έλληνες αξιωματικούς και οπλίτες. Ο Ιεράρχης αναγκάστηκε να πάρει το δρόμο της προσφυγιάς μαζί με εκατοντάδες Σαμιώτες και Ιερολοχίτες. Το ταξίδι μέχρι την Μέση Ανατολή ήταν κοπιώδες και επικίνδυνο. Γράφει στο ημερολόγιό του: «Ευρισκόμεθα εις την Μονήν Ζωοδόχου Πηγής. Επέστρεψεν το πλοίον πλήρης προσφύγων. Οι μετακινήσεις εις τόπους ορεινούς και βραχώδεις ήσαν δυσχερέστατοι και μάλιστα δι’ ανθρώπους ηλικιωμένους. Ο Υπουργός με διέταζε να αναχωρήσω με πλοίον έτοιμο να εκκινήσει περί τας μεταμεσονυχτίους ώρας από βραχώδεις ακτάς του νησιού διά Τουρκίαν. Πορεία δι’ αποκρήμνων οδών δι’ εμέ ήτο αδύνατος, και δι’ αυτό εκρίθη σκόπιμον και αναγκαίον να απέλθω…»
 Η προσφυγιά θα αποδειχθεί μια καρποφόρα, εμπλουτιστική εμπειρία για την φιλέρευνη προσωπικότητα του Ειρηναίου. Συχνά διανυχτερεύει σε οργανωμένα κέντρα φιλοξενίας  ελλήνων προσφύγων και λειτουργεί σε πρόχειρα κατασκευασμένες εκκλησίες προσπαθώντας να ενισχύσει το ηθικό και την ελπίδα της ταχείας επιστροφής στο πάτριο έδαφος. Παρατηρεί ότι μόνο στην αρχή η ζωή των προσφύγων υπήρξε δύσκολη και οδυνηρή. Κατόπιν, οργανώθηκε από την Αγγλική Επιμελητεία σε τέτοιο βαθμό «ώστε και η διατροφή και η διαμονή εντός οικίσκων ή σκηνών, και η εκπαίδευσις των παιδιών ετακτοποιήθησαν πλήρως και η όψις του στρατοπέδου εμφάνιζε όψιν συγκροτημένου χωρίου ή πόλεως». Διαπιστώνει ότι η ταχεία ομαλοποίηση της διαμονής των προσφύγων οφειλόταν στην Αγγλική Διοίκηση η οποία είναι ασυναγώνιστη «στη μεταχείριση λαών παντός θρησκεύματος και πάσης ηθικής και πνευματικής καταστάσεως. Εις τας πολιτικάς των κατευθύνσεις είναι σταθεροί, και διαχειρίζονται την εξουσίαν μετά πάσης συνέσεως, μετά ψυχραιμίας και πολιτικότητος, εις βαθμόν ώστε οι θερμότεροι λαοί της Μεσογείου δυσκόλως δύνανται να εννοήσουν τας μεθόδους των, την μετά ψυχραίμου διαθέσεως και πολλής βραδύτητος λήψιν των αποφάσεων».
 Καθώς διάβαζα αυτές τις γραμμές και αναρωτιόμουν ποιες είναι αυτές οι μυστηριώδεις μέθοδοι των πολύπειρων εν αποικιοκρατικαίς αμαρτίαις Άγγλων είχα ανοιχτή την τηλεόραση. Η εκφωνήτρια του τοπικού δελτίου ειδήσεων παρουσίαζε ρεπορτάζ με τα τεκταινόμενα στο Δήμο Χίου για το Προσφυγικό. Ο Δήμαρχος Μ. Βουρνούς είχε προτείνει τη δημιουργία μιας διαπαραταξιακής επιτροπής που θα εισηγούνταν στην Δημοτική Αρχή θέματα που αφορούν την ομαλοποίηση της καθημερινότητας των προσφύγων στα Hot-spots. Στοιχειώδη ζητήματα, όπως την αλλαγή μιας λάμπας εξωτερικού φωτισμού, ζητήματα όμως που η επίλυσή τους κάνει τη διαφορά μιας ανθρωπιστικής Ευρώπης από ένα αποτυχημένο κράτος (failed state). Σύσσωμη η αντιπολίτευση είτε ευθέως αρνήθηκε να συνεργαστεί είτε έφερε προσκόμματα, είτε θεώρησε ότι δεν της περισσεύει διαθέσιμος αιρετός για μια Επιτροπή που θα επέτρεπε την άρθρωση επιτέλους μιας κοινής γραμμής για τους πρόσφυγες.
 Ο Ειρηναίος είχε διαπιστώσει ότι η αποτελεσματική διακυβέρνηση, όταν υπήρχε, εξαρτιόταν από ένα μικρό αριθμό ισχυρών πεποιθήσεων που ήταν κοινές σε όσους έχουν την ευθύνη να ασκούν διοίκηση. Στην περιδιάβασή του στις απόδημες Ελληνικές κοινότητες της Μέσης Ανατολής παρατηρεί ότι οι λιγότερο πετυχημένες δεν ήταν όσες είχαν λιγότερους οικονομικούς πόρους. Όσοι Έλληνες διοικούσαν τις αποτυχημένες παροικίες «δεν είναι καλώς συγκροτημένοι, δεν είναι αυστηρώς πειθαρχημένοι ούτε οι Επίσκοποί των εις τον Πατριάρχην, ούτε οι επιστήμονες ή ανώτεροι υπάλληλοι, ούτε η θεωρουμένη διευθύνουσα τάξις εμφανίζονται ως μια ηνωμένη ηθική και πολιτική δύναμις…»
Μια  ισχυρή πεποίθηση την οποία ο Ειρηναίος θεωρεί αναγκαία είναι η ιδέα ότι τα προβλήματα κοινωνικά ή πολιτικά που εμφανίζονται αιφνίδια ενώπιον του Έθνους είναι δυνατόν να λυθούν μέσα από την πλούσια πνευματική του παράδοση.
 Ο Δεσπότης θα κάγχαζε αν άκουγε κάποιους νησιώτες να μεμψιμοιρούν ότι «θα μας πάρουν την πατρίδα». Η Πατρίδα, για τον Ειρηναίο δεν είναι γέννημα μόνο των εντυπώσεων του τοπίου και των οικονομικών συνθηκών μιας χώρας. Κυρίως το νόημά της είναι η πνευματική παράδοση, οι τρόποι διοίκησης που σώζουν την ελευθερία και την αξιοπρέπεια των λαών, οι ιεροί αγώνες που αναπτύσσουν ένα αίσθημα βαθιάς ενότητας και ευγενούς υπερηφάνειας.
   Ο Δεσπότης θα θλιβόταν για την ηθική κατάντια όσων ακραίων  δεν διστάζουν να υποστηρίζουν ότι « όταν πάρουμε το τιμόνι,  θα τους βάλουμε όλους αυτούς σε καράβια και θα τους στείλουμε πίσω». Ο Ειρηναίος πιστεύει ακράδαντα ότι «το κράτος μόνον ως βία, ως δύναμις υλική δεν είναι έκφρασις ανωτέρου πολιτισμού αλλά πρέπει να μεταβάλλεται εις κράτος δικαίου»
Ο Δεσπότης θα ύψωνε το ανάστημά του σε αυτούς που δεν θέλουν «ούτε έναν πρόσφυγα» στα νησιά, που αρνούνται την αποσυμφόρηση των χώρων προσωρινής διαμονής, σε όσους Ευρωπαίους καθολικά δεν δέχονται καμιά συνεισφορά της χώρας τους στο Ευρωπαϊκό πρόβλημα. Για τον Ειρηναίο, οι θυσίες των Εθνών δεν πρέπει να προβάλλονται ως εκβιασμοί αναλόγων δικαιωμάτων αντίστοιχων κερδών. «Η κρίσις και απόφασις των πολιτισμένων λαών ορίζουν ελευθέρως τα ανταποδόματα, αμοιβάς ηθικάς ή υλικάς, και ούτω η ικανοποίησις από των θυσιών παραμένει βαθεία, αλησμόνητος, δικαίωσις ιστορική
Ο Ειρηναίος θα έλεγχε για μισανθρωπία όσους νησιώτες  αρνούνται να κάνουν μάθημα προσφυγόπουλα στα Ελληνικά σχολεία. Θα έβγαινε την Κυριακή στην Ωραία Πύλη και θα τους κατηγορούσε ότι «προσκρούουν προς τον ανθρωπισμόν του Ελληνικού Έθνους. Το Έθνος αυτό έχει συσσωρευμένα, εντός της συνειδήσεώς του τόσα πολλά στοιχεία πολιτισμού. Πολιτισμός είναι οι ανθήσεις του πνεύματος. Μία των ανθήσεων αυτών, η ωραιοτέρα, είναι η από του φυσικού αισθήματος του οίκτου γεννωμένη φιλαλληλία και αγάπη που διακρίνουν κυρίως την ελληνική ψυχήν. Η φιλοξενία, η μεγαλοψυχία, η συγνώμη και η «συμπόνια» είναι από τα πλούσια αισθήματα του Ελληνικού λαού».
Ο Δεσπότης θα κατήγγειλε την έλλειψη ουσιαστικής ιστορικής παιδείας όσων μασκαρεύονται τους διεθνείς αναλυτές χωρίς να έχουν πατήσει στη Μέση Ανατολή, χωρίς να γνωρίζουν γρυ αραβικά και υποστηρίζουν ότι «οι  πρόσφυγες είναι τζιχαντιστές και θέλουν να βάλουν βόμβες στις Εκκλησιές μας» Και θα συμβούλευε την Επιτροπή Αγώνα να μετακαλεί για ενημέρωση πιο  θετικιστικές και ψύχραιμες φωνές, λιγότερο πάντως υστερικές από του Σταλινικού Γ. Καραμπελιά που όταν είδε κι απόειδε ότι δεν θα γίνει παγκόσμια εργατική επανάσταση το έριξε στον πόλεμο των Πολιτισμών.
Ο Ειρηναίος τόνιζε πως «η άσκηση της πολιτικής εξουσίας δεν είναι εκ των ευκόλων πολιτικών λειτουργιών. Εις δύσκολας ιστορικάς στιγμάς η εσωτερική  διοίκησις είναι δυσχερεστάτη.» Οι κίνδυνοι και τα διακυβεύματα οφείλουν να ιεραρχούνται. Και να μπαίνουν προτεραιότητες. Ο Ειρηναίος, κατόπιν της πολύμηνης εμπειρίας  στη Μέση Ανατολή κομίζει μια βαριά ιστορική πείρα: Αν ακολουθήσουμε τη θεωρητική γραμμή του Ειρηναίου Παπαμιχαήλ, μια πρώιμη κριτική στον Οριενταλισμό πριν το έργο του Εντουάρ Σαϊντ, δεν χρειάζεται εμείς οι Έλληνες Ορθόδοξοι  να φοβόμαστε τρομοκρατικά χτυπήματα εις βάρος Ελληνικών στόχων. Οι Ορθόδοξοι λαοί αναγνωρίζονται από τους Μουσουλμάνους ως γεννήματα της Ανατολής. Αν οι επιθετικοί προσανατολισμοί του ριζοσπαστικού Ισλάμ στρέφονται κατά της Δύσης είναι επειδή κάποια δυτικά, Ευρωπαϊκά κράτη, όπως η Γαλλία, άφησαν στα χρόνια Κατοχής της Συρίας από την κάθε φορά εντολοδόχο δύναμη, οδυνηρά ίχνη βαθύτατα στην ψυχή των Αράβων, για αυτό μέχρι τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο αλλά και αργότερα οι συνεχείς μουσουλμανικές εξεγέρσεις και επαναστάσεις στρέφονταν κατά της αποικιοκρατικής, κυρίως της γαλλικής εξουσίας.  Η ιδέα που υποθάλπει την παραπάνω ανάλυση είναι ότι στα νησιά θα αποδεικνύονταν πιο παραγωγική, λυσιτελής και έξυπνη η ταυτοποίηση κατ’ αρχάς των ατόμων από προσφυγικές χώρες σύμφωνα με τον ορισμό του ΟΗΕ καθώς και η γρήγορη απέλαση των παράτυπων οικονομικών μεταναστών στις χώρες προέλευσής τους, κατόπιν συμφωνίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τα κράτη τους. Οι παράτυποι οικονομικοί μετανάστες θα πρέπει να εγκλείονται σε ασφαλείς χώρους, μέχρι τουλάχιστον την πλήρη επαναφορά της χώρας στην ευημερία την οποία έγκριτοι αναλυτές τοποθετούν μετά από είκοσι χρόνια.  Και εδώ θα διαφωνήσω με τον Άγγελο Συρίγο, τον έτερο προσκεκλημένο της Επιτροπής Αγώνα που υποστήριξε πως «ασφάλεια μόνο η Αστυνομία μπορεί να προσφέρει» Στην περίπτωση εγκληματιών, νεαρών ανδρών, ασφάλεια μόνον ο Στρατός μπορεί να προσφέρει!
Ο Ειρηναίος  υποστήριζε την θετική ιδέα πως τη ζωή δεν πρέπει να τη θεωρούμε έναν σταυρό που σηκώνουμε ακούσια ή εκούσια αλλά «ως σταυρό που νικάται δια της εγκαρτερήσεως και της επιμονής, οπότε μεταβάλλεται εις φως και τιμή»  για τον πολίτη.  Δεν υπάρχει περίπτωση, εκτιμώ, ο φωτισμένος Ιεράρχης να μην έβαζε τα δυνατά του για να ανακουφιστεί η ζωή κάθε πρόσφυγα που δικαιούται η Χίος να φιλοξενήσει, βάσει ενός κοινού Ευρωπαϊκού διαμερισμού τους. Θα παρείχε τα μέσα ώστε να ανακουφιστεί η ζωή ακόμη και των παράτυπων μεταναστών από το κρύο και την ανέχεια, αξιοποιώντας Ευρωπαϊκά κονδύλια, δείχνοντας παράλληλα αυστηρότητα  στην παραμονή τους σε ξεχωριστούς χώρους ανάλογα με το φύλο και την ηλικιακή ομάδα και επιτρέποντας μόνο τον προαυλισμό τους εντός της δομής φύλαξης, έναν χώρο ο οποίος, για λόγους ασφαλείας δεν θα ήταν πυκνοκατοικημένος.. Και εξάπαντος ο Ειρηναίος θα φρονημάτιζε όσους θεωρούν τους ικέτες ευημερίας κοινά κλεφτρόνια θεωρώντας τους άδικα προκατειλημμένους. Διότι, εδώ, θα διαφωνούσε με τον καθολικό στιγματισμό και τη θυματοποίηση και τις «ταμπέλες». Γιατί, όπως γράφει « η θρησκευτική παράδοση του Ελληνικού Έθνους βεβαιώνει την αξία του ατόμου, του ανθρώπου ως προσωπικότητος, ως εικόνος Θεού. Το ατομικόν και το συγκεκριμένον είναι συνυφασμένον με την διανόησή του»
Μην ανησυχείτε αγαπητοί αναγνώστες, ο Ειρηναίος δεν είχε αυταπάτες! Όταν επισκέπτεται την Τουρκία,  35 χρόνια μετά την ανάρρηση των Νεότουρκων στην εξουσία, μας δίνει μια από τις πιο διαυγείς προσεγγίσεις της αδυναμίας ουσιαστικής ενσωμάτωσης των Μουσουλμάνων στον Ευρωπαϊκό πληθυσμό. Διαπιστώνει μελαγχολικά , κατόπιν επισκέψεων και φιλοξενίας από οικογένειες φίλων του της γειτονικής χώρας ότι δεν σημειώθηκε βαθειά ψυχική μεταβολή στη διανόηση του λαού. «Το υποσυνείδητον του λαού, γράφει, δεν δύναται να αλλοιωθεί ευκόλως»!  Για τον οξύνου παρατηρητή Ειρηναίο, η μουσουλμανική θρησκεία και ο χριστιανισμός δεν συμπίπτουν στην αντίληψη της προσωπικότητας της γυναίκας. «Γυναικεία προσωπικότης εν τη μουσουλμανική θρησκεία είναι μειωμένη, διά να μην είπω ανύπαρκτος. Λόγω της μουσουλμανικής αντιλήψεως περί γυναικός υποδεεστέρας, εις την εξ αδιαθέτου κληρονομίαν, ο ανήρ λαμβάνει διπλήν μερίδα, ενώ η γυνή απλήν». Ο Μητροπολίτης Σάμου παρατηρεί ότι η γυναίκα είναι αυτή που διαπλάθει. Εκείνη ενσταλάζει στην ψυχή το πνεύμα της παραδόσεως. Ήταν σφάλμα πολιτικό η εκδίωξη των χριστιανών από την Τουρκία, διότι μέσα από αυτούς θα κατάφερναν οι Τούρκοι να εξοικειωθούν ασφαλέστερα με τις μορφές του Ευρωπαϊκού πολιτισμού. Η συναναστροφή των οικογενειών, Χριστιανών και Τούρκικων θα ήταν αποτελεσματικότερο  μέσο μετάγγισης του Ευρωπαϊκού πολιτισμού στην Τούρκικη ψυχή παρά οι απομονωμένες ξηρές γνώσεις που παρέχονται σε ανώτερα σχολεία. «Η Τούρκισσα, τουλάχιστον στις πόλεις  θα παραδειγματιζόταν  μέσα από φιλικές σχέσεις με σοβαρές Ελληνίδες ή Ευρωπαίες οικοδέσποινες και θα αφομοίωνε πολύ περισσότερο ευκολότερα το Ευρωπαϊκό πνεύμα  συνδυάζοντας μάθηση με τερπνή διασκέδαση»
         Προσπάθησα να φωτίσω πτυχές του Προσφυγικού προβλήματος στα Ελληνικά νησιά χρησιμοποιώντας τον νηφάλιο και μετριοπαθή λόγο του Ιεράρχη ο οποίος υπήρξε ένθερμος θιασώτης του πολιτικού φιλελευθερισμού και θαυμαστής του Ελευθέριου Βενιζέλου. Ο Ειρηναίος προκάλεσε τον διεθνή θαυμασμό όταν ενώ μαινόταν ακήρυχτος ο εμφύλιος πόλεμος στην υπόλοιπη Ελλάδα, η Σάμος, υπό την Εθναρχία του, ήταν η μόνη ελεύθερη περιοχή όπου Ιερολοχίτες του Τσιγάντε και Ελασίτες παρέλασαν αδελφωμένοι. Ο Υπουργός της εξόριστης Κυβέρνησης Εμμ. Σοφούλης, εκείνη τη μέρα του είπε: «-Τούτο, που βλέπομεν είναι θαύμα, και το θαύμα αυτό είναι δημιουργία ιδική σου, Σεβασμιότατε. Τι κακόν γίνεται με τους αντάρτας εις την Ηπειρωτικήν Ελλάδα δεν δύνασθε να φανταστείτε!»
 Ο Ειρηναίος διατηρούσε αμείωτο το ενδιαφέρον του για τους δασκάλους, άνδρες και γυναίκες  και την δύσκολη εργασία που έχουν αναλάβει. Πίστευε ότι οφείλουν συνεχώς, «διά βίου», να μορφώνονται. Σήμερα που εμείς οι δάσκαλοι έχουμε αναλάβει, προκειμένου για την προσφυγική κρίση,  να κοινωνήσουμε τα ανθρωπιστικά ιδεώδη στα παιδιά μιας ολοένα και πιο ποικιλόμορφης τάξης, οφείλουμε να λάβουμε υπόψη μια αφιερωμένη στον Έλληνα Εκπαιδευτικό παραίνεση του Ειρηναίου: «Οι διδάσκαλοι, οι καθηγητές οφείλουν να ερευνούν αδιαλείπτως διά να βεβαιωθούν τι είναι αλήθεια από την οποία θα εμπνέονται, και την οποία θα διδάξουν δια να καθοδηγήσουν την νεότητα εις τον δρόμο της μεγάλης ιστορίας του έθνους. Εάν δεν αρκούνται εις την κατά παράδοσιν αλήθεια και ζητούν να την ανακαλύψουν διά των ιδίων προσπαθειών, τότε οφείλουν να αποδυθούν εις μόχθους συνεχείς, εις πολυμερείς ατελειώτους μελέτας, οπότε θα επείθοντο ότι αι αλήθειαι αι πιστευθείσαι υπό του Έθνους δεν είναι αστήρικτοι, δεν έπαυσαν να εμπνέουν, να συγκινούν και να λυτρώνουν»
Πυργί Χίου- 31/1/17 Ανήμερα των Τριών Ιεραρχών
Κώστας Προμπονάς
Προϊστάμενος του Ολοήμερου Νηπιαγωγείου Μαστιχοχωρίων

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου